Εάν αγαπάμε τον Θεό είναι γιατί ο Θεός μας αγάπησε πρώτος. Κι αν αγαπάμε τους ανθρώπους, είναι γιατί αυτή η αγάπη προέρχεται από τον Θεό, αφού ο Θεός αγάπη εστί. Δεν είμαστε ικανοί να αγαπήσουμε από μόνοι μας, αν δεν έχουμε γνωρίσει τον Θεό πρώτα, ώστε να λάβουμε αυτή την ικανότητα. Όταν δεν μπορείς να αγαπήσεις είναι γιατί δεν έχεις γνωρίσει ακόμα τον Θεό, άρα, δεν είσαι ακόμα παιδί του Θεού, δεν ανήκεις ακόμα σε Αυτόν.
Όταν φτάσεις στην αγάπη του Χριστού, μέσω της πίστης και της υπακοής στις εντολές Του, αυτό σημαίνει ότι γεννήθηκες από τον Θεό, αγαπήθηκες από τον Θεό, και ο Θεός σου εμπότισε την ιδιότητα της αγάπης. Αγάπη και Θεός είναι όροι ταυτόσημοι, όπως και οι όροι Χριστός και σωτηρία, αφού το ένα δεν υπάρχει χωρίς το άλλο. Όταν φτάνεις να τηρείς τις εντολές αυτοβούλως, υπακούοντας αγόγγυχτα στο θέλημα του Θεού, είναι το σημάδι του Θεού πάνω σου, η σφραγίδα Του ότι ανήκεις σε Εκείνον και ότι πλέον έχεις πρόσβαση στις ιδιότητές Του, με κυριότερη την αγάπη.
Άνθρωποι που δεν αγαπούν τον Θεό, δεν έχουν φτάσει στην κατανόηση της έννοιας της αγάπης, που περιορίζεται στην επίγεια, εφήμερη και επισφαλή της διάσταση. Η επίγεια αγάπη εμπεριέχει ανασφάλεια και φόβο, ενώ η αγάπη του Θεού είναι τέλεια και ελευθερώνει τον άνθρωπο, διώχνοντας κάθε τι το αρνητικό μακριά. Φως και σκοτάδι δεν μπορούν να συνυπάρξουν. Όσο συνεχίζουμε να βαδίζουμε προς το φως και την αγάπη του Κυρίου μας, όλα αρχίζουν να φωτίζονται από ένα διαφορετικό φως, που καμία σχέση δεν έχει με τον κόσμο. Αρχίζουμε να δεχόμαστε τις ακτίνες της αγάπης Του και να ζεσταίνει τόσο εμάς, όσο και τους γύρω μας. Η αγάπη γίνεται τώρα κάτι το φυσικό, γίνεται ιδίωμά μας, θεωρείται αυτονόητη, φυσιολογική, όσο το να εκτελούμε τις εντολές και τα θελήματα του Κυρίου μας, που γίνονται επίσης φυσικά και από αγάπη.
Δεν υπηρετούμε τον Θεό επειδή πρέπει, τώρα Τον υπηρετούμε γιατί Τον αγαπούμε. Δεχτήκαμε τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος και όλα ξεκλειδώνουν μέσα μας. Η πίστη μας γίνεται δυνατότερη, η σχέση μας με τον Θεό ουσιαστικότερη, και η σχέση μας με τους συνανθρώπους αποκαλυπτικότερη, η οποία γίνεται ανιδιοτελής, αυτοτελής, δεν ζητάει κάτι ως αντάλλαγμα. Σκοπός της αγάπης μας προς τους ανθρώπους είναι η παρηγορία, η υποστήριξη, η ενδυνάμωση, η βοήθεια, η αυτοθυσία, όχι η αυτοεπιβεβαίωσή μας ότι αξίζουμε ή ότι πρέπει να αποδείξουμε ή να μας αποδείξουν κάτι οι άλλοι. Αυτή η μορφή αγάπης, ως προσφορά και δόσιμο του εαυτού μας χωρίς ανταλλάγματα, διαμορφώνεται και τροφοδοτείται από την ανεξάντλητη τροφοδοσία που δεχόμαστε κατευθείαν από τον Θεό, την πηγή της αγάπης, χάρη στην πίστη μας και την υπακοή μας σε Αυτόν, στις εντολές Του και το Θείο Θέλημά Του.
Αυτού του είδους η αγάπη είναι σημάδι ότι έχουμε δεχτεί το άγγιγμα της αγάπης του Θεού και ότι είμαστε πλέον παιδιά του Υψίστου. Όταν συμβαίνει αυτό, το να υπακούω στις εντολές του Κυρίου, παύει να είναι υποχρέωση ή να θεωρείται ως αντάλλαγμα προκειμένου να λάβω κάτι από τον Θεό. Υπηρετώ τον Θεό από αγάπη, χάρη στην πίστη μου σε Εκείνον. Το κάνω αβίαστα, επειδή εγώ θέλω να συμμετέχω ενεργά στη σχέση μου μαζί Του. Γιατί εκεί μέσα θέλω να βρίσκομαι, γιατί η δική Του παρουσία είναι που με αναπαύει, με ειρηνεύει, με δυναμώνει, με παρηγορεί. Κι όσο πιο πολύ μεγαλώνει η πίστη μου στον Κύριο, τόσο η αγάπη Του προς εμένα πολλαπλασιάζεται και με πλημμυρίζει και, ως φορέας πλέον της αγάπης Του, μεταλαμπαδεύεται μέσω εμού στον πλησίον, επειδή, απλά, επέλεξα με την ελεύθερή μου βούληση να υπακούω, να υπηρετώ και να φυλάττω τον Λόγο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και τις Θείες εντολές.
Ημέρα 29η - Α' επιστολή Ιωάννου 5: 1-3
Αγία Γραφή, μτφρ. Φίλου, εκδ. Πέργαμος, Αθήνα 2016
Με αγάπη,
Εύα 💗
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου