Από μικρός ανακατευόταν με τα χτισίματα και τις πέτρες. Τα χρήματα λίγα, δύσκολοι οι καιροί μετά από πολέμους, κατοχή και πείνα, αλλά η όρεξη για δουλειά περίσσευε. Με τα χρόνια φάνηκε η μαστοριά του και, όταν ο πατέρας του αποσύρθηκε λόγω ηλικίας από την ενεργό δράση, αυτόν ζητούσαν όποτε ήθελε κάποιος να χτίσει ή να διοθρώσει σπίτι, μαντρί ή μιτάτο. Αυτόν ήθελαν και αυτόν εμπιστεύονταν, γιατί ήταν ο δικός τους άνθρωπος.
Τα χρόνια περνούσαν ήσυχα και σεμνά, όταν, την άνοιξη του 1948, μια δουλειά τον έστειλε στην Αθήνα. Ήταν η πρώτη φορά που άφηνε το νησί. Όταν επέστρεψε λίγες εβδομάδες αργότερα, οι χωριανοί μπορούσαν να καταλάβουν πως κάτι είχε αλλάξει πάνω του, ένας άλλος αέρας τον τύλιγε, διαφορετικός, ένας αέρας αλλαγής. Και είχαν δίκιο. Ο χτίστης είχε αλλαξοπιστήσει, είχε γίνει πεντηκοστιανός. Πώς είχε συμβεί μια τέτοιου μεγέθους αλλαγή σε ένα παιδί του χωριού, ένα ορθόδοξο χριστιανόπουλο που δεν ήξερε άλλο τίποτα από πίστη και θρησκεία πέρα από την εκκλησία της γειτονιάς, τον ιερέα της που ήταν σαν δεύτερος πατέρας του και τα πατροπαράδοτα εθιμοτυπικά που όλοι στο χωριό τηρούσαν με ευλαβική ακρίβεια κια συνέπεια; Κανείς δεν ήξερε να πει. Γιατί, ας μην ξεχνάμε, τα θρησκευτικά καθήκοντα και πιστεύω στη χώρα μας, πόσο μάλλον στις μικρές και παραμεθόριες περιοχές σαν το χωριό του χτίστη μας, έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Από πάντοτε ήταν ιδιαιτέρως έντονα και τηρούνταν με άκρα τυπικότητα και σεβασμό από όλους ανεξαιρέτως, δρώντας με καταλυτικό τρόπο στις ψυχές των Ελλήνων χριστιανών.
Το παράξενο της ιστορίας όμως δεν ήταν αυτό. Ενώ θα περίμενε κανείς ότι η τοπική κοινωνία θα τον απομόνωνε για αυτή του την στροφή δείχνοντάς του ίσως ακόμη και τον δρόμο της αυτοεξορίας, όχι μόνο κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ, αλλά ο ένας μετά τον άλλο άρχισαν επίσης να ενστερνίζονται τις επιλογές του! Μέσα σε λίγα χρόνια οι περισσότεροι από τους μισούς συγχωριανούς του είχαν ασπαστεί την αίρεση των πεντηκοστιανών.
Πώς ένας αμόρφωτος επαρχιώτης του κάματου και της βιοπάλης κατάφερε να ξεριζώσει την Ορθοδοξία από τις καρδιές των συγχωριανών του παραμένει μυστήριο.
Από τότε, έχουν περάσει γενεές δύο. Τα παιδιά της σημερινής κοινωνίας του χωριού, γεννημένα στην Αθήνα πια, δεν διαφέρουν σε τίποτα από όλα τα υπόλοιπα. Στο μόνο που διαφέρουν είναι πως είναι γαλουχημένα από τα γεννοφάσκια τους στην αίρεση των πεντηκοστιανών.
Πριν από λίγο καιρό συμμετείχα για πρώτη μου φορά σε μία εκδήλωσή τους, ως καλεσμένη σε έναν γάμο. Και τα δύο παιδιά που παντρεύονταν ανήκαν στην αίρεση. Αργότερα έμαθα ότι είναι μια τακτική που την επιδιώκουν, να παντρεύουν δηλαδή νέα παιδιά της αίρεσης μεταξύ τους. Δεν θέλουν να διασπαστεί η θρησκευτική τους συνείδηση από ξένες προς αυτούς πεποιθήσεις; Δεν γνωρίζω, αλλά θα μπορούσε.
Για τους πεντηκοστιανούς, ο γάμος δεν είναι Μυστήριο. Δεν πιστεύουν σε κανένα από τα Μυστήρια της Ορθοδοξίας. Δεν πιστεύουν σε θαύματα, ούτε σε αγίους. Δεν αναγνωρίζουν την ιερότητα της Παναγίας. Είναι ενάντιοι στη λατρεία των εικόνων ή συμβόλων, όλα αυτά τα θεωρούν ειδωλολατρεία. Και παρόλο που πιστεύουν στον Χριστό, πουθενά δεν θα δεις το σύμβολο του μαρτυρίου Του, τον Σταυρό, ούτε καν σαν κίνηση συμβολική, όπως κάνουμε εμείς που νοερά ιχνογραφούμε πάνω στον θώρακά μας, την έδρα της καρδιάς δηλαδή, το σύμβολο της Σταύρωσης με τα τρία δάχτυλα του δεξιού μας χεριού, που επίσης συμβολίζουν κάτι, την παρουσία της Αγίας Τριάδας (Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα) σαν ένα είδος αόρατης ασπίδας που μας προστατεύει και μας θωρακίζει από το κακό και το ανίερο.
Οι αντιφάσεις άρχισαν να εμφανίζονται σταδιακά όσο εξελισσόταν η τελετή, που για τους πεντηκοστιανούς είναι περισσότερο κάτι σαν συμφωνία μεταξύ του ζευγαριού, ας πούμε σαν ένα ιδιωτικό συμφωνητικό που συναποδέχθησαν και συνυπέγραψαν, παρά οτιδήποτε άλλο. Και ενώ δεν πιστεύουν στα θαύματα, το μεγαλύτερο μέρος του κηρύγματος περιλάμβανε ανάλυση και συνεπακόλουθα διδάγματα και συμβουλές στους νεόνυμφους από τον γάμο στην Κανά! Δηλαδή, από το πρώτο θαύμα του Χριστού που αναγράφεται στην Καινή Διαθήκη.
Στην αίθουσα, πλην των εδράνων για το ποίμνιο, υπήρχε και ένα κοινό καθημερινό τραπέζι σαν κι αυτά που υπάρχουν στις κουζίνες μας που δεν μαρτυρούσε σε τίποτα τον ιδιαίτερο ρόλο του εντός εκκλησίας, το οποίο είχε τοποθετηθεί στη θέση της δικής μας Αγίας Τράπεζας. Πάνω του υπήρχαν δίπλα-δίπλα μια ανοιγμένη Αγία Γραφή, μια κανάτα γεμάτη νερό και ποτήρια, καθώς και οι φωτογραφικές μηχανές των φωτογράφων, μία χρήση που με ξένισε ιδιαίτερα, αφού μου φαινόταν τόσο προσβλητική για τα δικά μου ορθόδοξα δεδομένα και αρχές.
Τοιχογραφίες, αγιογραφίες, σύμβολα, ιερά κειμήλια, κεριά αναμμένα, από όλα αυτά δεν υπήρχε τίποτα. Ένας παγωμένος χώρος χωρίς καμία αίσθηση κατάνυξης ή υπερκόσμιας ευφορίας και σύνδεσης με το Θείο, που περισσότερο φάνταζε στα μάτια μου σαν αίθουσα νεκροτομείου παρά σαν Οίκος του Θεού. Μοναδική εξαίρεση, μαζί με τα έδρανα και το κουζινοτράπεζο, μια μαρμάρινη εντοιχισμένη μπανιέρα εφαπτόμενη στον βορειοδυτικό τοίχο της αίθουσας. Από πάνω υπήρχε επιγραφή που έλεγε κάτι για το βάπτισμα, στίχοι από την Αγία Γραφή υποθέτω. Από όσα έμαθα στην πορεία, ωστόσο, σχετικά με την αίρεση, ούτε και στο Μυστήριο της Βάπτισης πιστεύουν αφού δεν βαπτίζονται καν. Επομένως, η ύπαρξη κολυμπήθρας εντός της αίθουσάς τους, τι λειτουργία επιτελούσε; Ποια η χρήση της; Η απορία εξακολουθεί και παραμένει.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν πως όλα τα κείμενα, ύμνοι, γραφές κτλ. που χρησιμοποιούν για τις διάφορες τελετουργίες τους, είναι γραμμένα στη νεοελληνική γλώσσα. Όλα τα ιερά κείμενα δηλαδή, έχουν παραποιηθεί, αφού τίποτα δεν έχει μείνει στην πρωτότυπη μορφή του, κάτι ιδιαιτέρως επικίνδυνο, αν με ρωτήσεις, αφού ένας κοινός ανθρώπινος νους παρενέβη ώστε να αποδώσει στην κοινή νεοελληνική ένα κείμενο που για τη δική μας θρησκεία θεωρείται θεόπνευστο. Αν μη τι άλλο, για μένα τουλάχιστον, δείχνει αλλαζονεία από ανθρώπινης πλευράς. Ίσως και ύβρι, αν το σκεφτώ λίγο βαθύτερα. Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο λόγος που εμφανίστηκαν, και συνεχίζουν να εμφανίζονται κάθε τόσο, αιρέσεις που θεωρούν τη δική τους ερμηνεία των Γραφών ως την σωστότερη, απορρίπτοντας κάθε άλλη; Ακριβώς, επειδή πρόκειται για ερμηνείες και οι ερμηνείες από τον άνθρωπο για κάτι που τον υπερβαίνει μπορεί να κρύβει παγίδες, σφάλματα και παραποιήσεις. Η Ορθοδοξία, αντίθετα, δεν μεταφράζει τίποτα. Οι Γραφές παραμένουν στο πρωτότυπο και έγκειται στην αντίληψη του καθενός να εισπράξει, να δεχτεί ή να απορρίψει το μήνυμά τους. Η αντίθεση αντιλήψεων σε αυτό το σημείο είναι, κατά τη γνώμη μου, τεράστια.
Η όλη αίσθηση που εισέπραξα από αυτή μου την εμπειρία ήταν πως περισσότερο συγγένευαν όλα αυτά με τις αμερικανικού τύπου προτεσταντικές τελετουργίες παρά με τη δική μας Ορθόδοξη Εκκλησία και εθιμοτυπικά τελετουργικά. Αυτό με κάνει να απορώ, γιατί και πάλι υπάρχει αντίθεση. Πώς γίνεται να θέλουν να αναγνωριστούν από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως ισότιμο παρακλάδι της, όταν οι κοινοί τόποι ανάμεσά τους είναι τόσο απειροελάχιστοι και ασήμαντοι στην ουσία τους, που φαντάζουν περισσότερο ως η εξαίρεση που υπάρχει απλά για να επιβεβαιώνει το αγεφύρωτο χάσμα που μάλλον τις χωρίζει τελικά, παρά τις ενώνει;
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |
|
evapsarrou.blogspot.com |