Δεν ξέρω πότε ξεκινάει, δεν μπορώ να πω. Θα έλεγε κανείς, όταν βαπτίζεται. Αλλά πάλι, δε νομίζω ότι είναι τότε. Δεν υπάρχει η συναίσθηση, λόγω ηλικίας φαντάζομαι.
Είναι και που δεν είμαστε κοντά της, στην εκκλησία εννοώ, εγώ πρώτη απ' όλους. Δεν ήμουν κοντά. Ίσως σε κάποιο κοινωνικό γεγονός, γάμο, κηδεία, βάπτιση, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα. Αυτά. Και μετά;
Τίποτα.
Γι' αυτό για μένα δεν ξεκίνησε τότε. Δεν το είχα, που λένε. Δεν με έκαιγε το θέμα. Τι λέω, δεν με αφορούσε καν, παρόλο που ήθελα να ενδιαφερθώ, να συμμετάσχω. Δεν έβρισκα όμως τον λόγο. Νομίζω.
Το κλικ για μένα έγινε βιωματικά. Συνήθως κάτι συμβαίνει στη ζωή σου, ένα έναυσμα που προκαλεί αλυσιδωτή αντίδραση που οδηγεί στην αποκάλυψη, την κρυμμένη αλήθεια. Ένας πατέρας συμμαθητή του γιου μου προκάλεσε το έναυσμα με μια ερώτηση από το πουθενά: 'Τόσο αγαπάς το διάβασμα, πώς και δεν έχεις διαβάσει ποτέ για τον Θεό;'
'Πώς τον διαβάζει κανείς; Θέλω να πω ..ππώςς;;'
Γιατί το γιατί μέσα μου με έκαιγε ήδη, έστω και ασυναίσθητα. Ήμουν μακριά, αλλά πάντα ήθελα να μάθω τον λόγο που ήμουν μακριά και γιατί δεν μπορούσα να αγαπήσω τον Θεό. Όχι έτσι όπως ήθελα, με την αγάπη που καίγεται κανείς όταν αγαπάει.
'Ξεκινάς από την Αγία Γραφή, βασικός οδηγός. Ίσως οι βίοι αγίων είναι μια καλή βοήθεια. Σου προτείνω γέροντα Παΐσιο (δεν είχε αγιοποιηθεί ακόμη τότε), πολύ κατατοπιστικό για να ξεκινήσει κανείς.
Ήταν η πρώτη απάντηση για μένα, ανάμεσα σε χιλιάδες που ακολούθησαν, το πρώτο-πρώτο λυχναράκι που μου φωτίστηκε, ίσα για να μου δείξει κατά πού πέφτει το πρώτο βήμα.
Και το ακολούθησα, διαβάζοντας Παΐσιο. Τι όμορφη αρχή να ξεκινά κανείς με Παΐσιο! Τι τυχερή που ήμουν! Και πόσο πολύ μου άρεσε και μου ταίριαζε. Κυρίως γιατί διάβαζα για έναν γέροντα που εξέπεμπε καλοσύνη και αγάπη με μια διδαχή πρωτόγνωρη. Αρχέγονη, τραχιά, όχι σαν αυτά που διάβαζα ως τότε. Αλλά γνήσια και αληθινή. Απλοϊκό το κείμενο, αλλά με άγγιξε με μια απλότητα που δεν είχα ξαναβιώσει.. Ήταν η αγάπη του Θεού που αναζητούσα. Η σύνδεση για να κάνω την αρχή. Το βιβλίο το διάβασα μονορούφι. Και μετά, ήθελα κι άλλο. Είχα γευτεί το μέλι, δεν μπορούσα να σταματήσω τώρα. Είχα δει ουρανό!
Μέχρι τότε όμως είχαν σταματήσει οι αθλητικές δραστηριότητες του γιου μου, οι επαφές μας με τον πατέρα εκείνο απομακρύνθηκαν, η ζωή είχε πάρει το δρόμο της. Ήθελα, αλλά ντρεπόμουν να ενοχλήσω, να ρωτήσω επί τούτου, τι άλλο μπορώ να διαβάσω τώρα; Τι έχεις να μου δείξεις, να με κατατοπίσεις;
Δεν το έκανα τελικά. Αντ' αυτού, αποφάσισα να βρω μόνη μου την άκρη. Το έναυσμα είχε μεν ξεκινήσει, αυτό που έλειπε όμως τώρα ήταν η πρώτη ύλη και να διατηρήσει τη φλόγα του ξεκινήματος. Δεν μου πήρε πολύ, το διαδίκτυο να είναι καλά. Βούτηξα μέσα με τα μούτρα, δεν ήξερα τι να πρωτοδιαβάσω, το ένα μου άνοιγε την πόρτα στο άλλο. Ένας κόσμος ολόκληρος άγνωστος και τρομερά υποσχόμενος, που μόλις είχε αρχίσει να χαράζει οριοθετώντας τις κορυφογραμμές του ορίζοντα. Εκεί ήθελα να πάω, στις κορυφογραμμές! Ήθελα τη διαδρομή, το ταξίδι, το τοπίο που έβλεπα ήδη με τη σκέψη μου να σχηματοποιείται, ήθελα να μάθω όσο γινόταν περισσότερα.
Ο Χριστός δεν είχε έρθει ακόμα, δεν ήταν στο πλαίσιο που είχα ζωγραφίσει. Ήμουν ακόμη μακριά από το ζητούμενο. Η εκκλησία παρέμενε αδιάφορη, δεν με συγκινούσε, ακόμη δε με συγκινεί, παραδέχομαι. Δεν βρίσκω τη σύνδεση μαζί της. Δεν ξέρω γιατί. Δεν με τραβάει από πλευράς προσέγγισης από εκείνη. Αυτή η αυστηρότητα στο ύφος των ιερέων, το απροσπέλαστο, το κήρυγμα που δεν έρχεται σε μένα, δεν γίνεται δικό μου. Είναι σα να είμαι επισκέπτρια σε κάποιο σπίτι και οι οικοδεσπότες να μη μου το κάνουν φιλόξενο, ζεστό και στα γούστα μου. Δεν είναι του γούστου μου το κήρυγμα που ακούω, μόνο εντολές και κατάκριση. Ο Θεός θα σε κάψει, θα σε τιμωρήσει αν αμαρτάνεις. Μα, είμαι καλός άνθρωπος! Γιατί να τιμωρούμαι από έναν Θεό που δεν τον ξέρω καν; Που δεν έχω δει ποτέ; Ούτε στα κηρύγματα, ούτε στην εκκλησία, ούτε σε αυτό που ερχόταν από την οικογένειά μου, ούτε από το σχολείο. Πώς να αγαπώ έναν Θεό που είναι τιμωρός και μόνο; Η εκκλησία δεν μου έλεγε να αγαπώ τον Θεό αλλά να τον φοβάμαι. Αισθανόμουν απειλή από Εκείνον, αν θα κάνω κάτι στραβά, εγώ θα πρέπει να καώ στην κόλαση.
Δεν μπορούσα να καταλάβω πού βρισκόταν το σημείο σύνδεσης. Έμενα με την απορία. Αν ο Θεός είναι ο ορισμός της απειλής και της αυστηρότητας, τότε πώς γίνεται οι άγιοι να πεθαίνουν για χάρη Του; Και μάλιστα, μαρτυρικά! Αυτό για μένα παρέμενε κάτι το αδιανόητο. Άκουγα για τον Θεό, ήξερα ότι πρέπει να είμαι καλός άνθρωπος για να μη με τιμωρήσει και αυτό με έκανε να είμαι μακριά. Είναι σαν έναν πατέρα που μαλώνει συνεχώς το παιδί του, να του επιβάλει τους κανόνες του σπιτιού, τους κανόνες τους δικούς του, να περιμένει άγρυπνος να δει τι ώρα θα επιστρέψω στο σπίτι, αν έφαγα, με ποιον μίλησα, να με ανακρίνει για το παραμικρό. Αυτό που ξέρω είναι ότι σε ένα τέτοιο περιβάλλον το μόνο που θα ήθελα είναι να φύγω όσο γίνεται πιο μακριά και από το σπίτι και από τον πατέρα που με καταπιέζει.
Αυτό ακριβώς αισθανόμουν με τον Πατέρα Θεό. Δεν ήθελα πολλά πολλά μαζί Του. Φοβόμουν να Του μιλήσω. Υπήρχε τείχος ανάμεσά μας, πόσο μάλλον αγάπη.
Στο πανεπιστήμιο συνάντησα αυτή την κοπέλα. Πρωτοετής, όπως κι εγώ, μαζεμένη, γλυκιά, καλοσυνάτη. Όσο γνωριζόμασταν περισσότερο, η γνωριμία μας εξελίχθηκε σε φιλία που παραμένει δυνατή μέχρι και τώρα, που έχουμε αποφοιτήσει εδώ και καιρούς. Η γνωριμία μας τότε μου είχε προκαλέσει μεγάλη έκπληξη. Εμείς οι υπόλοιποι αγχωνόμασταν με τις εξετάσεις, γκρινιάζαμε με τους καθηγητές μας, με τα βιβλία που δεν μας άρεσαν, με το σύστημα της σχολής που δεν μας άρεσε και όλα τέλος πάντων που αφορούσαν τη φοιτητική ζωή. Όχι όμως εκείνη. Πάντα με τον καλό λόγο, με την υποστήριξη, την καλοσύνη, την αισιοδοξία της, που όμως δεν διατυμπανιζόταν από μόνη της. Εκείνη ήταν ήρεμη εν μέσω τρικυμίας. Ήταν αγάπη εν μέσω ανταγωνισμών και ζηλοφθονιών στα πλαίσια του φοιτητόκοσμου. Δεν θύμωνε ποτέ για τίποτε και συγχωρούσε πάντα. Κάτι είχε και αυτό το κάτι μου είχε τραβήξει την προσοχή.
Αυτό που είχε, το ήθελα κι εγώ. Για μένα. Ήθελα να είμαι κι εγώ μακρόθυμη, να παραμένω ήρεμη όπως εκείνη, να συγχωρώ όπως εκείνη, να είμαι γενναιόδωρη όπως εκείνη, γεμάτη καλοσύνη, καρτερικότητα, υπομονή, ελπίδα, όπως κι εκείνη. Πώς το είχε καταφέρει;
Κάπως έτσι έγινε το ξεκίνημα. Όπως γίνεται συνήθως. Με ερωτήσεις.
"Ζητάτε και θα σας δοθεί, ψάχνετε και θα βρείτε, χτυπάτε την πόρτα και θα σας ανοιχτεί. Γιατί όποιος ζητάει λαβαίνει κι όποιος ψάχνει βρίσκει κι όποιος χτυπά του ανοίγεται."
~Κατά Ματθαίον 7:7
Τα ερωτήματα που είχαν μείνει αναπάντητα μέσα μου τότε, άρχισαν να λαμβάνουν απαντήσεις τώρα, χάρη στη φιλενάδα μου. Μία ήταν στην ουσία η απάντηση, όπως πάντα είναι: το μυστικό της που με έκανε να αναρωτιέμαι και να θαυμάζω όλο αυτό τον καιρό, όπως το μυστικό που με έκανε να αναρωτιέμαι όταν διάβασα για πρώτη φορά τον Παΐσιο, ήταν ο Χριστός. Είναι το φωτοστέφανο που κυκλώνει κάποιους ανθρώπους και λάμπουν ολόκληροι από καλοσύνη και αγάπη. Είναι η αγάπη του Χριστού που το προκαλεί και το εκπέμπει.
Είχα αρχίσει να βρίσκω επιτέλους την άκρη του νήματος. Ήμουν κοντά! Σχεδόν αυθόρμητα μπήκα μια μέρα σε ένα βιβλιοπωλείο και αγόρασα μία Αγία Γραφή μικρόσχημη. Στην πορεία πήρα και μία μεγάλη Αγία Γραφή Μελέτης, με σχόλια και άρθρα που συνοδεύουν το ιερό κείμενο. Φέτος το καλοκαίρι ήρθε κι ένα δώρο έκπληξη από τη μαμά μου για τα γενέθλιά μου, μία δερματόδετη Αγία Γραφή πάλι σε μεγάλο σχήμα που έχω λατρέψει. Τις αγαπώ και τις τρεις, τη μία για τα ταξίδια μου, την άλλη για το διάβασμά μου, την τρίτη για τη μελέτη μου. Από τότε, πότε τη μία πότε την άλλη, δεν τις έχω αποχωριστεί ούτε για μια μέρα.
"Ο άνθρωπος δε ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού."
~ Κατά Ματθαίον 4:4
Χάρη σε εκείνον τον πατέρα του συμμαθητή του γιου μου έγινε η πρώτη εισαγωγή στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Χάρη στην καλύτερή μου φίλη έκανα την πρώτη ουσιαστική σύνδεση με τον Χριστό. Ήταν το εισιτήριό μου, που περίμενε στωικά να εξαργυρωθεί. Το κλειδί στην πόρτα που άνοιξε. Γιατί δεν είδα εκείνη πραγματικά, τι ήταν αυτό το ακαθόριστο που ζητούσα, αλλά μέσα από εκείνη, Εκείνον. Καθρεπτιζόταν σε Κείνον, που παρέμενε αθόρυβα στο παρασκήνιο σε όλη την πορεία της αμφισβήτησης και της επανάστασης και με περίμενε.
Από τότε που έγινε η σύνδεση και στη συνέχεια βέβαια, μου είναι πολύ εύκολο να διακρίνω αυτή την ξεχωριστή γενιά των ανθρώπων, τον "καλό σπόρο" που διαβάζω στην Αγία Γραφή και που τώρα μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει. Είναι οι άγγελοι που έρχονται στο δρόμο μας, οι καλοί μας άγγελοι που μας οδηγούν στις απαντήσεις που αναζητούμε. Δεν μας τις δίνουν, αλλά μας κατευθύνουν προς τα εκεί. Όπως η φίλη μου. Όπως ο πατέρας του συμμαθητή του γιου μου. Όπως στη συνέχεια όλων όσων βρέθηκαν μπροστά μου, είτε ως συγγραφείς, ως θεολόγοι, βίοι αγίων, εμπειρίες ανωνύμων, μαρτυρίες, είτε πιο ανώνυμα, στα blogs, στο youtube, στα sites, ιερείς, ενορίτες. Μια κοινότητα ολόκληρη που φτάνει στο σήμερα, αλλά που το νήμα του φτάνει πίσω πολύ, ως τους αποστόλους, τους προφήτες, τους αγίους της εκκλησίας μας, τους Πατέρες. Είναι η βασιλική γενιά, η εκλεκτή, τα παιδιά του Θεού, όπως λέει και ο απόστολος Πέτρος. Όλοι τους λουσμένοι στο φως της γνώσης και της σοφίας του Θεού, φωταγωγημένοι στα φωτοστέφανά τους, αρωγοί στον δρόμο μας προς τη σωτηρία.
"Σκοντάφτουν όσοι δεν πιστεύουν στα λόγια του Θεού κι έτσι ακολουθούν το δρόμο του χαμού, που μόνοι τους έχουν διαλέξει. Εσείς όμως είστε η εκλεκτή γενιά, το βασιλικό ιερατείο, το άγιο έθνος, ο λαός τον οποίο διάλεξε ο Θεός, για να διακηρύξετε τα μεγαλεία εκείνου που σας οδήγησε απ' το σκοτάδι στο θαυμαστό του φως. Εσείς, που κάποτε δεν ήσασταν καν λαός, τώρα γίνατε λαός του Θεού. εσείς, που άλλοτε δεν είχατε ελεηθεί, βρήκατε τώρα το έλεος."
~ Α' Πέτρου 2: 9-10
Το σπίτι γιορτινό και στολισμένο και για φέτος, έτοιμο να υποδεχτεί συγγενείς και φίλους για τις γιορτές. Να είμαστε όλοι καλά, και του χρόνου με υγεία!
Με αγάπη,
Εύα 💗