30.11.15

Μύρισαν Χριστούγεννα!


~ e.p

~ e.p


Ναι! Στολίσαμε! Όχι ακριβώς, δηλαδή. Μόνο το δέντρο ξαναγέμισε ξωτικά και αλογάκια που σκαρφάλωσαν στα κλαδιά του και γιρλάντες και μπάλες πλουμιστές και πολύχρωμα φωτάκια που αναβοσβήνουν στους ρυθμούς χριστουγεννιάτικων τραγουδιών και βαγονάκια που κουβαλούν σχέδια για νέους στόχους και ταξίδια μακρινά και στρουμπουλά αγιοβασιλάκια με κόκκινους σκούφους έτοιμα να εκπληρώσουν όλα τα όνειρα και επιθυμίες της οικογένειας. 
Γιατί μύρισαν Χριστούγεννα! Και τα Χριστούγεννα όλα είναι δυνατά.

******
Αγαπώ τα Χριστούγεννα για τη λάμψη και τη μαγεία τους, για αυτό που με κάνουν να νιώθω. Χαρά, αγαλλίαση. Και μια αίσθηση πως πετάω. Έτσι, χωρίς λόγο.

****** 
Τελευταία φωτό: επί τω έργω, μέσα από τα μάτια του γιου... ♥


28.11.15

Sherlock: Κύκλος 1ος, Επεισόδιο 1.



Να το περιμένεις μία ολόκληρη εβδομάδα, να είσαι με το ρολόι στο χέρι μετρώντας τις μέρες, τις ώρες, τα λεπτά,  να έχεις ειδοποιήσει όλα τα μέλη της οικογένειας να σου το υπενθυμίζουν μήπως και ξεχαστείς γιατί άνθρωπος είσαι μπορεί να συμβεί κι αυτό
και όταν έρχεται επιτέλους (!) η ώρα να ξεκινήσει το κανάλι να προβάλει το πρώτο (!) επεισόδιο της πολυαναμενόμενης λατρεμένης σου σειράς του BBC με τον λατρεμένο σου ήρωα της αστυνομικής λογοτεχνίας (και ηθοποιό που τον ενσαρκώνει τι, ψέματα να πω;) κι έχεις πάρει τη θέση σου στον αγαπημένο σου καναπέ με τη μαλακιά ροζ κουβέρτα να σου ζεσταίνει τα πόδια και το φλυτζάνι με το αχνιστό κακάο που μόλις έφτιαξες να σου χουχουλιάζει τις παλάμες, ακριβώς πριν τους τίτλους έναρξης να διακόπτεται η ροή του προγράμματος για να ανακοινωθεί σε έκτακτο δελτίο η ίδια κρύα σούπα που σου σερβιρίστηκε και χτες, και προχτές και τόσους μήνες τώρα. Α μα πια.

(Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για φωτογραφίες να ενώσω, έπεσα σε αυτό. Το blog του Dr. Watson που αναφέρθηκε στην αρχή του πρώτου επεισοδίου και οι σκεπτόμενοι παραγωγοί της σειράς του BBC φρόντισαν και το αξιοποιήσουν πάραυτα.)

26.11.15

Ένα κορίτσι που διαβάζει


Evening at home, Edward John Pointer
(UK, 1836-1919)

Φτιάξτα μ' ένα κορίτσι που διαβάζει. Αγάπησε ένα κορίτσι που ξοδεύει τα λεφτά του σε βιβλία αντί σε ρούχα. Που έχει πρόβλημα χώρου στη ντουλάπα της επειδή έχει πολλά βιβλία. Φτιάξτα με ένα κορίτσι που έχει λίστες με βιβλία που θέλει να διαβάσει, που έχει κάρτα δανειστικής βιβλιοθήκης από όταν ήταν 12 χρονών.

Βρες ένα κορίτσι που διαβάζει. Θα το καταλάβεις από το ότι πάντα θα έχει ένα αδιάβαστο βιβλίο στην τσάντα της. Είναι αυτή που κοιτάζει γλυκά ανάμεσα στα ράφια του βιβλιοπωλείου, αυτή που ξεφωνίζει χαμηλόφωνα όταν βρει το βιβλίο που έψαχνε. Βλέπεις την παράξενη κοπέλα που μυρίζει τις σελίδες ενός παλιού βιβλίου σ' ένα βιβλιοπωλείο "από δεύτερο χέρι"; Αυτή είναι που διαβάζει. Δεν μπορεί ποτέ να αντισταθεί στη μυρωδιά των σελίδων, ιδίως όταν είναι κιτρινισμένες.

Είναι το κορίτσι που διαβάζει ενώ κάθεται περιμένοντας στο γωνιακό καφέ. Αν ρίξεις μια ματιά στην κούπα της, το γάλα ξεχειλίζει, γιατί είναι ήδη πολύ απορροφημένη. Χαμένη στον κόσμο που φτιαχνει ο συγγραφέας.
Κάθησε δίπλα της. Μπορεί να σου ρίξει ένα βλέμμα, σαν όλα τα κορίτσια που δεν τους αρέσει να τα διακόπτουν. Ρώτα την αν της αρέσει το βιβλίο.

Κέρασέ την ακόμη μια κούπα καφέ.

Πες της τη γνώμη σου για τον Μουρακάμι. Μάθε αν διάβασε το πρώτο κεφάλαιο από τον Άρχοντα των Δακτυλιδιών. Να ξέρεις ότι αν πει ότι κατάλαβε τον Οδυσσέα του Τζόυς, θα είναι απλά για να σου φανεί έξυπνη. Ρώτα την αν της άρεσε η Αλίκη στη Χώρα των θαυμάτων, ή αν θα ήθελα να είναι η Αλίκη.

Είναι εύκολο να βγαίνεις μ' ένα κορίτσι που διαβάζει. Χάριζέ της βιβλία για τα γενέθλιά της, για τα χριστούγεννα και για τις επετείους σας. Χάριζέ της το δώρο των λέξεων, στην ποίηση, στα τραγούδια. Χάρισέ της Νερούδα, Πάουντ, Σέξτον, Κάμινγκς. Δώσε της να καταλάβει ότι ξέρεις πως οι λέξεις είναι αγάπη. Να ξέρεις ότι κι αυτή ξέρει τη διαφορά ανάμεσα στα βιβλία και στην πραγματικότητα, αλλά -για όνομα του θεού-, θα προσπαθήσει να κάνει τη ζωή της λιγάκι σαν το αγαπημένο της βιβλίο. Δεν θα είναι δικό σου το φταίξιμο αν το κάνει.

Πρέπει να κάνει μια προσπάθεια, κατά κάποιο τρόπο.

Πες της ψέματα. Αν ξέρει από συντακτικό, θα καταλάβει ότι ήταν ανάγκη να πεις ψέματα. Πίσω από τις λέξεις έχει άλλα πράγματα: κίνητρα, αξίες, αποχρώσεις, διαλόγους. Δεν είναι δα και το τέλος του κόσμου.

Χώρισε μαζί της. Γιατί ένα κορίτσι που διαβάζει, ξέρει ότι η αποτυχία πάντα οδηγεί στην κλιμάκωση. Καταλαβαίνει ότι όλα τα πράγματα έχουν ένα τέλος. Ότι σε κάθε περίπτωση, μπορεί πάντα, μετά να υπάρχει μια συνέχεια. Ότι μπορείς να αρχίσεις ξανά και ξανά, και να παραμείνεις ο ήρωας. Ότι η ζωή είναι πιθανό να έχει ένα παληάνθρωπο, ή μπορεί και δύο.

Γιατί να φοβάσαι όλα όσα δεν είσαι; Τα κορίτσια που διαβάζουν, καταλαβαίνουν ότι οι άνθρωποι, σαν τους χαρακτήρες, αναπτύσονται. Εκτός από αυτούς στις σειρές Twilight.

Αν βρεις ένα κορίτσι που διαβάζει, κράτα το από κοντά. Όταν τη βρεις ξύπνια στις δύο τη νύχτα, να σφίγγει ένα βιβλίο στο στήθος της και να κλαψουρίζει, φτιάξε της ένα φλυτζάνι τσάι και κράτα την στην αγκαλιά σου. Μπορεί να την χάσεις για καμιά δυό ώρες, αλλά πάντα θα έρχεται πίσω σε σένα. Θα μιλάει για τους χαρακτήρες του βιβλίου σαν να είναι αληθινοί, και η αλήθεια είναι ότι για λίγο, πάντα είναι.

Θα της κάνεις πρόταση μέσα σ' ένα αερόστατο, ή σε μια ροκ συναυλία. Ή, πολύ απλά, την επόμενη φορά που θα είναι άρρωστη, από το τηλέφωνο.

Θα χαμογελάς τόσο δυνατά που θα απορείς γιατί η καρδιά σου δεν έχει σπάσει και γεμίσει με αίματα όλο τον κόσμο, ακόμη. Θα γράψεις την ιστορία της ζωής σας, θα κάνετε παιδιά με περίεργα ονόματα και ακόμη πιο περίεργες συνήθειες. Θα συστήνει τα παιδιά σας στον Παπουτσωμένο Γάτο και στον Ασλαν, κι όλα αυτά μέσα στην ίδια μέρα. Θα περπατάτε στα γεράματα, τους χειμώνες, μαζί και θα απαγγέλει Κητς με κομένη την ανάσα, ενώ εσύ θα τινάζεις το χιόνι από τις μπότες της.

Φτιάξτα μ' ένα κορίτσι που διαβάζει γιατί σου αξίζει. Αξίζεις ένα κορίτσι που μπορεί να σου δώσει την πιο χρωματιστή ζωή που μπορείς να φανταστείς. Αν το μόνο που μπορείς να της δώσεις είναι μονοτονία, μπαγιάτικες ώρες και μισοψημένες προτάσεις, τότε καλύτερα μείνε μόνος. Αν θέλεις τον κόσμο, και τους κόσμους πέρα απ' αυτόν, τότε βρες ένα κορίτσι που διαβάζει.

Ή, ακόμα καλύτερα, βρες ένα κορίτσι που γράφει.

* Rosemary Urquico: Date a girl who reads


~~~~~

Θα μπορούσε πολύ πολύ πολύ άνετα να είναι ένα κείμενο δικό της. Γιατί κι εκείνη είναι ένα κορίτσι που διαβάζει. ΚΑΙ ένα κορίτσι που γράφει. ΚΑΙ ένα κορίτσι που μεταφράζει όμορφα κείμενα σαν κι αυτό. Σαν τα κείμενα που σου ξαναθυμίζουν γιατί αγαπάς να διαβάζεις. Και γιατί αγαπάς να γράφεις. Και γιατί θα μπορούσε πολύ πολύ πολύ άνετα να είχαν γραφτεί Και από σένα. Και από μένα. Και τα λοιπά.


25.11.15

Απ' τις κορφές των αισιόδοξων δέντρων


~ e.p


Ο αέρας σηκώνει τα κρίματά μας ψηλά
τα στροβιλίζει για λίγο μακριά
απ' τις κουτές σκευωρίες μας
και τ' αφήνει να πέσουν και πάλι στη γη
εκεί ν' ανθίσουν.
Νωπές ακόμη παίρνει τις λεξούλες
να, εκεί, έλα
τις ακουμπάει στις κορφές
των αισιόδοξων δέντρων
και τις καθίζει μετά στο χώμα
σαν αναμνηστικά ξεραμένα τίποτα.
Ο αέρας σηκώνει τα σχισμένα φύλλα
της μικρής νουβέλας
κι όπως ανεβαίνουν, γίνεται ευανάγνωστη
η σελίδα της ζωής μας, για να διαβαστεί κάποτε στη νηνεμία
σαν ένα νόημα που μας δόθηκε ακέραιο.

~ Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ (Π32)


~~~~~

Από μιαν άλλη Κατερίνα σε όλες τις Κατερίνες του κόσμου (και στην δική μου επιστήθια φίλη) που γιορτάζουν σήμερα.

~~~~~

Είναι εκπληκτικό το πώς ένα φύλλο μπορεί να κουβαλά επάνω του όλα τα χρώματα του φθινοπώρου.

24.11.15

Σύννεφα




- Γιατί Helena Lam;
- Γιατί λατρεύω τους ουρανούς της.
- Γιατί Art Deco;
- Γιατί θριάμβευσε σε περιβάλλον παγκοσμίου πολέμου.
- Γιατί τώρα;
- Γιατί σύννεφα (παγκοσμίου) πολέμου μαζεύονται και πάλι. Και γιατί ο καιρός πηγαίνει για βροχή.


23.11.15

Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος, η ομιλία





Η πρόσκληση ήρθε πριν από έναν περίπου μήνα από τον τοπικό σύλλογο του νησιού: μου ζητούσαν να μιλήσω για τον φιλικό και διπλωμάτη Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο στην εκδήλωση που θα διοργάνωναν σε κεντρική αίθουσα της Αθήνας για τα 142 χρόνια από τον θάνατό του.

Μεγάλη η τιμή και ακόμα μεγαλύτερη η ευθύνη, όσο για το άγχος που ένα τέτοιο πόνημα συνεπάγεται, δεν χρειάζεται καν να το σχολιάσω... Βλέπεις, θα μιλούσα για τη ζωή και το έργο ενός από τα 'δικά τους' παιδιά, του δικού τους προγόνου και, το μόνο που μπορούσα να υποθέσω ήταν πως τον ήξεραν πιο καλά από οποιονδήποτε άλλο. Αν μη τι άλλο, καλύτερα από μια ..αουτσάιντερ όπως η γράφουσα, που η σχέση της με τον τόπο και τους προγόνους του είναι εξ' αγχιστείας και όχι εξ' αίματος, όπως εκείνων.


Κάποιος όμως επέμεινε να το κάνω. Μάλλον επειδή με ξέρει καλύτερα από τον καθένα... Δεν ξεκινάω εύκολα πράγματα, χρειάζομαι σπρώξιμο. Και το ξέρει. Όπως και όλες μου τις αντιδράσεις όταν αποφασίσω να προχωρήσω, με τη σειρά που διαδέχονται η μία την άλλη, από τον αρχικό πανικό ως την τελική ικανοποίηση. 
Και ποτέ δεν πέφτει έξω... Σ' ευχαριστώ!



Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος

 της Ευαγγελίας Ψαρρού



Για τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο δεν έχουν γραφτεί πολλά, όχι τόσα όσα ίσως αρμόζουν σε έναν ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ισάξιο σε γενναιότητα, ευστροφία και πίστη στα υψηλά ιδανικά της ελευθερίας και εθνικής ανεξαρτησίας με ονόματα που όλοι λίγο ως πολύ γνωρίζουμε από τα σχολικά μας χρόνια. Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Δημήτριος Υψηλάντης, Ιωάννης Καποδίστριας, Φιλικοί… Ονόματα γνωστά από τα βιβλία της ιστορίας του δημοτικού, του γυμνασίου, του λυκείου, από τους λόγους που εκφωνούνται στις παρελάσεις και τις εθνικές επετείους. Τους ήξερε όλους και τον ήξεραν κι εκείνοι. Γνώριζαν την εντιμότητα, το ήθος και την καλοσύνη του. Ήξεραν ότι μπορούσαν να τον εμπιστευτούν απόλυτα με τη ζωή τους και δημιουργούσαν στενούς δεσμούς φιλίας μαζί του που κρατούσαν εφ’ όρου ζωής.
Δεσμοί φιλίας, ωστόσο, συνέδεαν τον Δαμαριωνίτη φιλικό και διπλωμάτη όχι μόνο με τους ομοεθνείς του Έλληνες, αλλά με όλους όσους είχαν την τύχη και την τιμή να τον γνωρίσουν, Δυτικοί, Ρώσοι και Οθωμανοί, όλοι εκ των οποίων ανεξαιρέτως είχαν να πουν τα καλύτερα για κείνον.

Το γεγονός ότι ο Παπαρρηγόπουλος είχε το χάρισμα να κερδίζει την εκτίμηση των συνανθρώπων του διαφαίνεται πολύ έντονα μέσα από τις λιγοστές, ομολογουμένως, πηγές που έχουν διασωθεί ως τις μέρες μας. Η σχετικά περιορισμένη φιλολογία, αν εξαιρέσει κανείς την ατυχή απώλεια σημαντικού μέρους της αλληλογραφίας του κατά την μεταφορά της από το νησί της Νάξου στην πρωτεύουσα με εντολή των απογόνων του, οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους, δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστράφηκε ολόκληρη η ζωή και το έργο του σε καιρό πολέμου και σε καιρό ειρήνης:
α) τη φύση του επαγγέλματός του και
β) τη φύση του χαρακτήρα του.
Παρά τις λιγοστές πηγές, ωστόσο, όλες όσες υπάρχουν που να γίνεται αναφορά στο όνομά του σκιαγραφούν, όχι μόνο το ποιόν του χαρακτήρα του, αλλά τη σημασία του έργου του στην τελική έκβαση του αγώνα των Ελλήνων για την πολυπόθητη λευτεριά.

Αυτόν τον αγώνα έκανε στόχο ζωής ο Δαμαριωνίτης ήρωας από τα πιο άγουρα χρόνια της ζωής του πρώτα και την εδραίωση της εθνικής ανεξαρτησίας ως τα βαθιά του γεράματα στη συνέχεια. Οι επιλογές ζωής του είχαν όλες τους αφετηρία αυτή τη σπίθα, το όραμα να δει την πολύπαθη πατρίδα του ελεύθερη.

        Όμως, πώς θα μπορούσε ένα φτωχό παιδί από μια πολύτεκνη οικογένεια του χωριού που μετά βίας έβγαζε τα στοιχειώδη για να ζήσει, να βρει την χαραμάδα εκείνη που θα τον βοηθούσε να ανοίξει τα φτερά του και να υπερβεί τα προβλήματα και το τέλμα που είχε οδηγήσει τον τόπο η υποδούλωση στους Οθωμανούς επί τέσσερις ολόκληρους αιώνες; Πώς ένα μικρό αγόρι, ένας έφηβος θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά;

        Ερωτήματα καίρια που βασάνιζαν το μυαλό του μικρού «Τζωάννη» - όπως θα γινόταν γνωστός αργότερα- νύχτα μέρα, ώσπου η απάντηση ήρθε σαν θείο δώρο από ένα άτομο του πολύ προσωπικού του περιβάλλοντος με τον οποίο και διατήρησε αλληλογραφία για μεγάλο χρονικό διάστημα αφότου έφυγε από το νησί, τον Εμμανουήλ Κρητικοπούλη, που ήταν λόγιος, ιερέας και συγγενής της μητέρας του. Μια απάντηση που όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα παραμένει πάντοτε η ίδια:
        Ο δρόμος του πεπρωμένου του έπρεπε να περάσει μέσα από τη μόρφωση.

        Βέβαια, το να μιλάμε για μόρφωση, ανώτατες σπουδές κτλ. εν μέσω Τουρκοκρατίας δεν ήταν κάτι το αυτονόητο, όπως θεωρητικά συμβαίνει σήμερα. Τότε, τίποτα δεν θεωρείτο αυτονόητο και τίποτα δεδομένο.
Το μικρό νησιωτόπουλο όμως είχε ήδη πάρει την απόφασή του. Έτσι, δοθείσης της ευκαιρίας, μια πρόσκληση από συγγενείς του πατέρα του να τον φιλοξενήσουν όσο εκείνο θα σπούδαζε, άφησε το νησί του και, με τις ευλογίες της οικογένειάς του, βρέθηκε προσφυγόπουλο στην πολιτεία που φύλαγε τα κλειδιά του μέλλοντός του, την Κωνσταντινούπολη.

        Για το πότε ακριβώς και υπό ποιες συνθήκες το ζεύγος Παπαρρηγόπουλου, ένα άτεκνο μεσοαστικό ζευγάρι μπήκε στη ζωή του νεαρού Ιωάννη, παραμένουν αδιευκρίνιστα. Αναπάντητα παραμένουν και άλλα ερωτήματα, όπως εάν υπάρχει συγγένεια μεταξύ της νέας του οικογένειας και του διακεκριμένου ιστορικού και καθηγητή Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, ένα όνομα που υπάρχει σε όλα τα βιβλία ιστορίας και διδάσκεται σε όλες τις φιλολογικές σχολές του κόσμου, αφού είναι το πρόσωπο εκείνο που ενέταξε την Βυζαντινή ιστορία στην ιστορία της Ελλάδας αποκαθιστώντας την γέφυρα που έλειπε, έτσι ώστε να γίνει η σύνδεση των Ελλήνων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους με το ένδοξο αρχαίο παρελθόν τους.
        Αυτό που γνωρίζουμε πάντως, είναι ότι μέσα σε λίγο διάστημα συνδέθηκαν με τον νεαρό Ιωάννη με δυνατούς συναισθηματικούς δεσμούς που επισφραγίστηκαν με την νόμιμη ένταξή του στην οικογένειά τους, υπό το καθεστώς της υιοθεσίας.
        Η οικογένεια Παπαρρηγόπουλου, πέρα από το όνομά της, έδωσε στο μικρό Δαμαριωνιτόπουλο όλη την υποστήριξη (οικογενειακή, συναισθηματική, ηθική και οικονομική) να ανοίξει τα φτερά του και να κυνηγήσει το πεπρωμένο του. Ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος φοίτησε στα καλύτερα σχολεία της Κωνσταντινούπολης, συνεχίζοντας κατόπιν τις σπουδές του σε διαπρεπή πανεπιστήμια της Ιταλίας και της Οδησσού.
        Οι σπουδές του ολοκληρώθηκαν στη Μόσχα της Ρωσίας.
Εκεί άνοιξαν καινούργιοι δρόμοι που του εξασφάλισαν σημαντικές γνωριμίες και διασυνδέσεις με την αριστοκρατία της ρωσικής κοινωνίας.
       
        Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα έγινε άριστος γνώστης της ρωσικής γλώσσας. Η φαρέτρα γέμιζε σταθερά και δυναμικά.
Ο χαρακτήρας χτιζόταν και το όραμα θέριευε, περιμένοντας εκείνη τη στιγμή που η δική του ετοιμότητα θα συναντιόταν με την χρυσή στιγμή όπου θα έμπαινε σε τροχιά δράσης.

        Όταν η πολυπόθητη ευκαιρία ήρθε, ο Παπαρρηγόπουλος βρισκόταν σε ηλικία 27 χρονών. Η ευρυμάθειά του στις ξένες γλώσσες, οι ακαδημαϊκές σπουδές και το περιβάλλον στο οποίο βρισκόταν πλέον, στάθηκαν αρκετά ώστε να διοριστεί διερμηνέας του ρωσικού Αυτοκρατορικού στόλου στο Αιγαίο.
Χάρη στη θέση του αυτή γνώρισε από κοντά προσωπικότητες που θα πρωταγωνιστούσαν πολύ σύντομα στις ιστορικές εξελίξεις που ελόχευαν. 
Για τον ίδιο ήταν η αρχή μιας λαμπρής επαγγελματικής πορείας που θα του χάριζε διακρίσεις και παράσημα τιμής και ανδρείας. Παράλληλα όμως, ήταν η αρχή για κάτι πολύ μεγαλύτερο από  αυτό, που δεν ήταν άλλο από την έμπρακτη συνεισφορά του στον Αγώνα.
Δύο παράλληλες πορείες, η μία γνωστή στους πάντες, η δεύτερη υπόγεια, σιωπηλή και αθέατη, σαν ένα υπόγειο ποτάμι που ρέει σταθερά αδιάκοπα κάτω από την επιφάνεια του επίγειου γίγνεσθαι, ορίζοντας τα όσα συμβαίνουν εκεί επάνω, στο φως του ήλιου, χωρίς κανείς να το καταλαβαίνει, παρά μόνο όταν είναι πλέον πολύ αργά.

        Αυτό ακριβώς συνέβη στην περίπτωση της ιδιοφυούς ενορχήστρωσης της σχέσης του με τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων.
Η επαγγελματική του ιδιότητα τον έφερνε συχνά πυκνά σε επαφή μαζί του, αλλά και όταν κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε, προφασιζόταν λόγους προκειμένου να συμβεί. Χρειαζόταν την προσωπική επαφή με τον Αλή Πασά γιατί ήξερε πως η παρουσία του στην περιοχή ήταν επιζήμια για τον Ελληνισμό, και ως εκ τούτου, έπρεπε να βρει τρόπο ή να τον φέρει με το μέρος των υπόδουλων Ελλήνων ή να τον στρέψει εναντίον του Σουλτάνου.

        Επέλεξε το δεύτερο. Για να φέρει σε πέρας το σχέδιό του έπρεπε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, κάτι όχι ιδιαίτερα δύσκολο για κάποιον με την ήπια και ευγενική προσωπικότητα του Παπαρρηγόπουλου. Το γεγονός ότι στο πρόσωπό του ο Αλή Πασάς είδε τον διαμεσολαβητή που χρειαζόταν με τους Ρώσους προκειμένου να εξασφαλίσει την εύνοια του Τσάρου για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους υπό την ηγεσία του, ήταν ένας ευσεβής πόθος που γύρισε τελικά προς όφελος της ελληνικής πλευράς χάρη στον Έλληνα διπλωμάτη, παρόλο που τη δεδομένη στιγμή ο Αλή Πασάς δεν ήταν σε θέση να το αντιληφθεί.
Δεν έβλεπε πως ο νέος του έμπιστος και στενός φίλος στον οποίο άνοιγε την καρδιά του, εκείνος που πάντα του έλεγε αυτό που ήθελε να ακούσει, τον καθησύχαζε κάθε που αμφισβητούσε τη διάθεση των Ρώσων να τον βοηθήσουν, είχε την δική του προσωπική ατζέντα.

Γιατί, αν υπήρξε κάτι που χαρακτήριζε τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο ήταν η μεθοδικότητά του. Μεθοδικά και υπομονετικά, με μικρές κινήσεις, φαινομενικά αθώες, ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος προετοίμαζε το έδαφος για την τελική ρήξη του Αλή Πασά με την Υψηλή Πύλη.
Η υπομονή βρήκε τελικά έναν αναπάντεχο σύμμαχο στο πρόσωπο του ίδιου του εχθρού, του Σουλτάνου, ο οποίος, μαθαίνοντας για τις οικονομικές ατασθαλίες, καθώς και τις διαθέσεις του Αλή Πασά να αποσκιρτήσει από την επιρροή της Υψηλής Πύλης, αποφασίζει να λάβει μέτρα για την απομάκρυνσή του από τη θέση του, κάτι που πανικοβάλει τον Αλή Πασά όταν το μαθαίνει. Καλεί απεγνωσμένα τον Παπαρρηγόπουλο, χρειάζεται τον φίλο του να τον συμβουλεύσει για το τι πρέπει να κάνει.

Δεν γνωρίζει όμως ότι ο φίλος του είναι ήδη μέλος μιας Εταιρείας που οι φήμες την θέλουν να δρα επαναστατικά, συσπειρώνοντας τους υπόδουλους Έλληνες εναντίον των Οθωμανών κατακτητών. Ούτε και γνωρίζει πως όταν ο φίλος αυτός του τάζει σίγουρη βοήθεια από τους Ρώσους και υποστήριξη από τον Καποδίστρια αν τα έβαζε με τον Σουλτάνο, ο ίδιος διαβλέπει μια χρυσή ευκαιρία να τον βγάλει από τη μέση προτού αρχίσει η Επανάσταση.

Ο Αλή Πασάς τον πίστεψε. Πίστεψε στην βοήθεια της Ρωσίας και στην υποστήριξη των Ελλήνων, αποστάτησε εναντίον του Σουλτάνου απασχολώντας πολλά τούρκικα στρατεύματα και δίνοντας, χωρίς να το καταλάβει, την ευκαιρία στους Έλληνες να ξεκινήσουν μια πρώτη σειρά από νίκες σε μεμονωμένο επίπεδο.
Το ξέσπασμα της Επανάστασης ήταν πολύ κοντά, ακόμη και τότε όμως, ο Αλή Πασάς, ο τουρκαλβανός αρχιληστής με την Ελληνίδα μάνα, την Ελληνίδα γυναίκα, την Ελληνίδα νύφη, και, φυσικά τους Έλληνες φίλους, όπως ο Παπαρρηγόπουλος ήταν πεπεισμένος ότι όλα έβαιναν προς δικό του όφελος, κυρίως χάρη στον τελευταίο, ο οποίος τον διαβεβαίωνε με πειθώ πως η ρωσική βοήθεια ήταν καθ’ οδόν και άρα μπορούσε να συνεχίσει την αντίσταση κατά του Σουλτάνου με ασφάλεια. 
Για κείνον όμως το τέλος ήταν ήδη προδιαγεγραμμένο. Κλεισμένος μέσα στο φρούριό του, προδομένος από φίλους και γνωστούς, με τα ίδια του τα παιδιά να έχουν αποσκιρτήσει, βρίσκει τον θάνατο λίγο αφότου ξεσπά η Επανάσταση. Εκεί καταλαβαίνει τους πραγματικούς σκοπούς του Έλληνα φίλου του και ομολογεί: «Ανάθεμά σε Παπαρρηγόπουλε, με ηπάτησας.»

Ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος, που πλέον υπηρετούσε με αυταπάρνηση τον ιερό σκοπό της Φιλικής Εταιρείας, φεύγει αμέσως για την Πετρούπολη, όπου συναντά τον Ιωάννη Καποδίστρια. Οι ζυμώσεις έχουν φτάσει στο αποκορύφωμα και οι στιγμές είναι κρίσιμες. Στο πολεμικό συμβούλιο που συστήνεται και, χάρη στις εκεί παρεμβάσεις του, δρομολογούνται τελικά οι εξελίξεις που όλοι γνωρίζουμε, ακριβώς στην ώρα και στον τόπο που έπρεπε προκειμένου να πετύχουν.

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης, ο Παπαρρηγόπουλος μετατείθεται από την Πάτρα στη Σμύρνη. Εκεί, σαν από μηχανής θεός, μπόρεσε να επέμβει δραστικά στη διάσωση 400 ατόμων, στην πλειψηφία τους γυναικόπαιδα, τα οποία, ως ραγιάδες, ήταν τα επόμενα θύματα των εξαγριωμένων Οθωμανών που είχαν ήδη αρχίσει να απαντούν στο άκουσμα της Επανάστασης με βιαιοπραγίες και σκοτωμούς. Έσωσε τις ζωές τους, και κατόπιν  έσωσε άλλους 700 Έλληνες στη Σμύρνη με ρίσκο της δικής του ζωής, αλλά και της οικογένειάς του, αφού πίσω στην Πάτρα οι Οθωμανοί έκαψαν το σπίτι του και από θαύμα σώθηκαν οι δικοί του που διέφυγαν με πλοίο στη Βενετία την τελευταία στιγμή.
Λιγοψύχησε; Κάθε άλλο. Τους ακολούθησε στη Βενετία για να σιγουρευτεί για την ασφάλειά τους και, χάρη στην παρουσία του εκεί, φάνηκε για άλλη μια φορά χρήσιμος στον Αγώνα. Όταν ο πάπας εμπόδισε την ελληνική επιτροπή να φτάσει στη Βερόνα, την πόλη όπου θα διεξάγονταν η σύνοδος των ηγεμόνων της Ευρώπης, παρέλαβε τα έγγραφα και, λαμβάνοντας οδηγίες από τον Καποδίστρια, εκπροσώπησε ο ίδιος την ελληνική πλευρά και κατάφερε να θέσει Και το ελληνικό ζήτημα στην θεματική ατζέντα της Συνόδου.

Το διπλωματικό του έργο τον φέρνει πίσω στην Ελλάδα σε μια σελίδα στο βιβλίο της ιστορίας όπου θα καθοριζόταν η ίδια η έκβαση του Αγώνα, την τελική αναμέτρηση Ελλήνων και Τούρκων στον κόλπο του Ναυαρίνου.  Ήταν το διάστημα που ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος υπηρετούσε ως διερμηνέας στη ναυαρχίδα Αζόφ της ρωσικής μοίρας και γνώριζε από πρώτο χέρι τις αδιάφορες διαθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στο ελληνικό ζήτημα, το οποίο δεν συμβάδιζε με τα δικά τους συμφέροντα. Για εκείνες, μια σύρραξη μεταξύ Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων σε αυτή τη φάση δεν ήταν προς το συμφέρον και, προφασιζόμενοι την Συνθήκη του Λονδίνου που επέβαλε ειρηνικά μέσα για την επίλυση των διαφορών, οι 3 ναύαρχοι προχωρούσαν διαδικασίες για ανακωχή.
Αυτό βέβαια θα ήταν ολέθριο για την ελληνική πλευρά, που έβλεπε το όραμα για ανεξαρτησία να εξανεμίζεται, με τον Ιμπραήμ να έχει ήδη δώσει διαταγή στους Αιγυπτίους να κάψουν και να καταστρέψουν τα πάντα στο πέρασμά τους, απειλώντας με γενοκτονία (και όχι εθνοκάθαρση, όπως έχει γίνει μόδα να λέγεται στις μέρες μας) ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ο Παπαρρηγόπουλος έβλεπε μπροστά στα μάτια του να γράφεται για την Ελλάδα το πιο ζοφερό σενάριο, ο ολικός αφανισμός της. Ένα σενάριο που θα έπαιρνε σάρκα και οστά με το που συναντιούνταν οι εκπρόσωποι των συμμαχικών δυνάμεων με τον Ιμπραήμ, κάτι που τελικά απετεύχθη χάρη στις άμεσες διπλωματικές ενέργειες του Τζοάννη.

Στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, ο Παπαρρηγόπουλος πολέμησε με ανδρεία, σώζοντας ταυτόχρονα από καιόμενη τουρκική φρεγάτα 22 Έλληνες αιχμαλώτους την τελευταία στιγμή όπου κατάφερε να τους μεταφέρει ασφαλείς στην ρωσική ναυαρχίδα. Τραυματισμένος και ο ίδιος δύο φορές από σφαίρα - η δεύτερη μάλιστα θα του έπαιρνε τη ζωή αν δεν έβρισκε στην πλακέτα του ρολογιού του (το οποίο σήμερα είναι εκτεθειμένο στο Μπενάκειο μουσείο) – ζήτησε από τον Ρώσο ναύαρχο να στείλει μέρος του συμμαχικού στόλου στη Σμύρνη να παραλάβει τους εκεί Έλληνες, κάτι που έγινε – πάλι χάρη στην προσωπική του παρέμβαση και αυταπάρνηση, γλυτώνοντάς τους από βέβαιο θάνατο.

        Μετά τη ναυμαχία ο Παπαρρηγόπουλος προσανατολίζει την δραστηριότητά του στην απομάκρυνση των Τούρκων από τα διάφορα κάστρα της Πελοποννήσου. Υπό τη σκιά των γυπών – συμμαχικών δυνάμεων, που καιροφυλακτούσαν να αποκτήσουν οι ίδιοι τα ελληνικά εδάφη της Πελοποννήσου αλλά και της Στερεάς Ελλάδας που ελευθερώνονταν από τους Οθωμανούς, εμποδίζει περεταίρω αιματοχυσία πείθοντας τους Τούρκους για το μάταιο της αντίστασης και επιτυγχάνοντας την αναίμακτη παράδοση των κάστρων πρώτα της Μεθώνης και της Κορώνης και στη συνέχεια του Αντιρρίου, της Ναυπάκτου, του Μεσολλογίου και του Αιτωλικού, κάστρα σημαντικά, αφού αν τα καταλάμβαναν οι Έλληνες θα επεκτείνονταν τα όρια του ελληνικού κράτους πέρα από τον λαιμό της Πελοποννήσου, όπως προσχεδίαζαν οι συμμαχικές Δυνάμεις.
        Ο Παπαρρηγόπουλος ήταν εκείνος που έπεισε τον κυβερνήτη Καποδίστρια να προχωρήσουν τις διαδικασίες κατάληψης των επίμαχων φρουρίων δια της διπλωματικής οδού και όχι της πολιορκίας. Έτσι, ως πληρεξούσιος της Κυβέρνησης, επιτυγχάνει το ακατόρθωτο. Να πείσει τους Τούρκους να παραδοθούν αμαχητί! Σε αυτό βοήθησαν οι φιλικές σχέσεις του με ανθρώπους του αντίθετου στρατοπέδου, το ταλέντο του στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις και, κυρίως, στον αγαπητό από τους πάντες χαρακτήρα του. Τον αγαπούσαν όλοι και τον εμπιστεύονταν σε ό,τι και αν τους έλεγε ή τους ζητούσε.
Η υπογραφή του ως πληρεξούσιος του Έλληνα Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια υπάρχει σε όλες τις συνθήκες παράδοσης των φρουρίων που προαναφέρθηκαν, ήταν ο ίδιος μάλιστα που επέβλεπε για την τήρηση των συμφωνηθέντων, μια πράξη που εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους Τούρκους που παρέδιδαν ένα-ένα τα κατακτημένα εδάφη της Ελλάδας.

        Μετά από 400 χρόνια υποδούλωσης και 8 χρόνια πολέμου η
Ελλάδα ήταν πλέον ελεύθερη και ο Παπαρρηγόπουλος ήταν εκεί για να το ζήσει σε όλα τα στάδια αυτής της πορείας. Η Ελλάδα άρχισε δειλά-δειλά να ισορροπεί στα πόδια της, να γίνεται κράτος αυτόνομο, ανεξάρτητο, που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από τα υπόλοιπα νεοσύστατα κράτη της Ευρώπης που κατάφεραν να αποτινάξουν τους δικούς τους φεουδαρχικούς δυνάστες.

        Αυτή την Ελλάδα υπηρέτησε ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος μέσα από τη θέση του Γενικού Πρόξενου της Ρωσίας αρχικά και
κατόπιν από εκείνης του Συμβούλου Επικρατείας στην Αθήνα, όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ενεργής ζωής του.
        Με τα 500.000 γρόσια (κάπου 1.500.000 σε σημερινά ευρώ) που έλαβε ως χρηματική αποζημίωση από την ρωσική κυβέρνηση για τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει – πέρα από τις 3 παρασημοφορήσεις του από τον ίδιο τον Τσάρο
αυτοκράτορα Νικόλαο – συνέχισε τον αγώνα του με δεδομένα ειρήνης αυτή τη φορά, αφού είχε εμφανιστεί ένα νέο πρόβλημα στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Οι μπέηδες με το πέρας της υποδούλωσης αρνούνταν να φύγουν από την Ελλάδα, αφού μετά από τόσα χρόνια κυριαρχίας είχαν αποκτήσει μεγάλες και προσοδοφόρες εκτάσεις γης που αρνούνταν να εγκαταλείψουν.
Αντιλαμβανόμενος την σοβαρότητα του προβλήματος, ο Παπαρρηγόπουλος ξεκίνησε να αγοράζει όσα περισσότερα κτήματα μπορούσε μόνον από Τούρκους γαιοκτήμονες, ώστε να φύγουν από την Ελλάδα οριστικά και αμετάκλητα.
        Γνωστά είναι τα κτήματα που παραχώρησε στην ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να φτιαχτεί ο Εθνικός – τότε Βασιλικός – Κήπος της νεοσύστατης πρωτεύουσας, καθώς και μια μεγάλη έκταση στην Κάρυστο Ευβοίας. Εκεί έφτιαξε την εξοχική του κατοικία όπου και αποσύρθηκε μόνιμα στη δύση της ζωής του.

        Εκτός από γη, ο Παπαρρηγόπουλος απόκτησε στην Αθήνα και ένα σπίτι, το οποίο υπάρχει μέχρι και σήμερα, ένα υπέροχο νεοκλασικό δίπατο κτήριο στην οδό Κυδαθηναίων αριθμός 27, στην Πλάκα.
        Εκεί έζησε ημέρες γαλήνης και μακροημέρευσης με την δεύτερη σύζυγό του (η πρώτη απεβίωσε νωρίς) και τα επτά παιδιά του, τα οποία όλα τους διέπρεψαν επαγγελματικά, κοινωνικά και προσωπικά και εξελίχθηκαν σε αξιοσήμαντα μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας. Η οικία Παπαρρηγόπουλου πρωταγωνίστησε επί σειρά ετών στην κοσμική ζωή της Αθήνας, με σημαντικές προσωπικότητες της εγχώριας και διεθνούς πολιτικής και καλλιτεχνικής ζωής να παρελαύνουν από τις όμορφες σάλες του, αν και ο ίδιος απείχε συνειδητά από τα πολιτικά δρώμενα του τόπου.
  
        Προχωρώντας σιγά σιγά προς το κλείσιμο αυτής της παρουσίασης, θα ήθελα να μεταφέρω κάποια ενδεικτικά λόγια επιφανών για τον Παπαρρηγόπουλο, όπως τα συγκέντρωσε στο βιβλίο του ο Στυλιανός Δέτσης, χρήσιμος οδηγός για την έρευνά μου.

        Αλή πασάς:
        «Είδησις προς όλους τους κοσαμπάδες (κωμοπόλεις) και χωρία από τα Ιωάννινα και έως το Έμπαχτον (Ναύπακτος).
Απερνά ο αγαπητός μας κυρ Τζοάννης Παπαρρηγόπουλος … ο οποίος, ό,που ήθελε γυρίσει και σταθή, να τον δεχτήτε με τιμή και με κονάκι και με περιποίησιν, οπου να μείνει ευχαριστημένος όθεν α περάσει…»
        Φιλικοί:
        «Αποστέλλομεν τον επιφέροντα το παρόν (συστατικό έγγραφο) ημέτερον Σιορ Τζωάννην Παπαρρηγόπουλον, άνδρα φίλον και αδελφόν, τίμιον και πιστόν, προς ον ενεθέμεθα άπαντες τους στοχασμούς ημών.»
        Φιλότουρκη εφημερίδα της Σμύρνης:
        «Ο οκταετής πόλεμος μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων παρέχει δυστυχώς τόσον ολίγους άνδρας, δυννηθέντας να σεβασθώσι και βοηθήσωσι τους δυστυχήσαντας εχθρούς, ώστε θεωρούμεν καθήκον μας να δημοσιεύσωμεν τους επαίνους, ους οι αρχηγοί των εν τοις φρουρίοις Αντιρρίου και Ναυπάκτου Τούρκων εκφράζουσι δια την υπερ αυτών διαγωγήν ενός αρχηγού των Ελλήνων, του Ιωάννου Παπαρρηγόπουλου, διερμηνέως του ρωσικού στόλου. Η παρουσία του, διηγούνται οι Τούρκοι, μας ενεθάρρυνε να συνθηκολογήσουμεν. Εγιγνώσκαμεν τον έντιμο χαρακτήρα του και εδώσαμεν πίστιν εις τους λόγους του. Άνευ αυτού η χύσις του αίματος ήτον αναπόφευκτος. Γενομένης δε της συνθήκης, ο Παπαρρηγόπουλος μας παρέσχε τροφάς και χρήματα. Μετεχειρίσθη δε άπαντας τους Τούρκους με πολλήν φιλανθρωπίαν.»

        Και πολλά πολλά άλλα που έχουν ειπωθεί από σημαίνοντα πρόσωπα ιστορικής βαρύτητας, όπως ο Καποδίστριας, ο Μιαούλης ο ναύαρχος Χέυδεν και άλλοι, όλα ενδεικτικά της επαγγελματικής τιμής και ακεραιότητας του χαρακτήρα του παιδιού του Δαμαριώνα που έμεινε πιστό στο όραμά του, ευεργετώντας την Ελλάδα όσο λίγοι.


        Θα πρέπει σε αυτό το σημείο να εξομολογηθώ κάτι.

Τον Ιωάννη Παπαρρηγόπουλο δεν τον είχα ακουστά, παρά μόνο όταν ήρθα εις γάμου κοινωνία με τον Νίκο, αλλά και τότε, μόνο σαν ένα όνομα ιστορικό κενό περιεχομένου.  
Μέσα στα χρόνια έμαθα πως κάπου στις ανηφοριές του Δαμαριώνα υπάρχει ένα βουλημένο πέτρινο κτήριο που ήταν το σπίτι όπου γεννήθηκε. Προσπάθησα σε κάποια επίσκεψή μου στο χωριό να το αναζητήσω. Κανείς από όσους ρώτησα δεν ήξερε να με οδηγήσει ως εκεί.
Είχα ωστόσο την ευκαιρία να θαυμάσω από κοντά τη βρύση του Μερσινού που φτιάχτηκε από τον ίδιο, σε μια επίσκεψή του στο νησί προκειμένου να ξαναδεί τους γέροντες γονείς του.
Αλλά και στις Αναστάσεις που έζησα στο χωριό, μου δόθηκε η δυνατότητα να παρατηρήσω τη φυσιογνωμία του από την προτομή του που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο του ιερού ναού του Σωτήρα και να προσέξω την πραότητα και την ηρεμία που εξέπεμπαν τα χαρακτηριστικά του προσώπου του.
        Όμως, μόνο όταν ήρθε η πρόσκληση από το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Δαμαριώνα Νάξου και τον πρόεδρό του, αγαπητό κ. Μιχάλη Δέτση, που τους ευχαριστώ πολύ, να πω λίγα λόγια εδώ απόψε προς τιμήν των 142 χρόνων από τον θάνατο του ιστορικά αδικημένου – κατ’ εμέ - ήρωα, μόνον τότε άρχισα να δίνω σχήμα και νόημα στο αφηρημένο όνομα που άκουγα που όλοι γνωρίζουμε, ειδικά εσείς, οι γηγενείς Δαμαριωνίτες που έχετε κάθε λόγο να αισθάνεστε υπερήφανοι που το χωριό σας έβγαλε από τα σπλάχνα της έναν άνθρωπο σαν κι αυτόν.

        Νομίζω όμως ότι θα πρέπει να αισθάνεστε υπερήφανοι και για έναν ακόμη λόγο, που θα σας πω αμέσως έτσι όπως το αισθάνομαι, ως σύζυγος Δαμαριωνίτη, μοιραζόμενη μαζί σας κάτι προσωπικό.
Όσο έμπαινα μέσα στη βιβλιογραφία και τις διάφορες γραπτές πηγές προκειμένου να αποκτήσω μια άποψη για τον Παπαρρηγόπουλο, το εξής θαυμαστό συνέβαινε: Κάθε φορά που διάβαζα κάτι καινούργιο που είχε να κάνει με τον τρόπο που ενεργούσε, τον τρόπο που σκεφτόταν ή τον τρόπο που επικοινωνούσε με τους γύρω του, αισθανόμουν πως ήταν σα να τον γνωρίζω ήδη! Αυτός ο χαρακτήρας μου ήταν ήδη γνώριμος. Στην προσπάθειά μου να το εξηγήσω, διαπίστωσα έκπληκτη πως όλα αυτά τα γνωρίσματα που τον χαρακτήριζαν, μου ήταν ήδη γνωστά και οικεία από όλους εσάς, τους σημερινούς Δαμαριωνίτες που γνώρισα και αγάπησα όλα αυτά τα χρόνια.
        Εντιμότητα, βίος λιτός, εγκρατής και ήσυχος, εργατικότητα παραδειγματική, αίσθημα προσφοράς, αλληλεγγύης, φιλανθρωπίας, εγκαρδιότητα, αφοσίωση, αξιοπιστία, σεμνότις.  Όλα ζωντανά γύρω μου, ακόμα και μέσα στο ίδιο μου το σπίτι.
Να ζουν και να παραμένουν αναλλοίωτα με έναν τρόπο θαρείς μαγικό, υπερβατικό, σα να μην πέρασε μια μέρα.
Σα να πρόκειται για το ίδιο άτομο, με τα ίδια χαρακτηριστικά, τα ηρωικά, τα ανθρώπινα, του υπεύθυνου επαγγελματία, του ανεκτίμητου φίλου, του λατρεμένου οικογενειάρχη.
Το ίδιο DNA έχει ταξιδέψει στα μονοπάτια της ιστορίας και έφτασε αναλλοίωτο σε εσάς, τους σημερινούς Δαμαριωνίτες, τους απογόνους μιας τόσο σημαντικής προσωπικότητας όσο ο Ιωάννης Λινάρδος Παπαρρηγόπουλος, ενός ήρωα, ενός ανθρώπου με Α κεφαλαίο, που παραμένει ζωντανό, ακέραιο μέχρι και σήμερα, μέχρι και τώρα, αυτή τη στιγμή που έχουμε συγκεντρωθεί στον χώρο αυτό για να τον τιμήσουμε, μέσα από όλους εσάς.

Σας ευχαριστώ!





*φωτογραφίες και βίντεο, από τον σύζυγο.

21.11.15

Τα μικρά πράγματα


~ e.p

Να, είναι που ενίοτε τα μικρά πράγματα, 
τα πανέμορφα στην ασημαντότητά τους, 
έχουν αυτή την απίστευτη ιδιότητα 
να κάνουν τα μεγάλα και σημαντικά 
να φαντάζουν πιο υποφερτά και πιο στα μέτρα μου.


14.11.15

Praying for Paris



Μου το ανακοίνωσε πρωί πρωί ο γιος μου ο μικρός που το είδε στο κινητό του. Εκατοντάδες νεκροί, δεκάδες οι τραυματίες, μου είπε. Ανοίγω την τηλεόραση, πέφτω πάνω στο έκτακτο δελτίο ειδήσεων. Οι ανταποκρίσεις έπεφταν βροχή, η Ευρώπη ανάστατη. Παντού κόσμος έτρεχε πανικόβλητος, στο γήπεδο, στο θέατρο, στους δρόμους... κάποιοι κρέμονταν από τα παράθυρα να γλυτώσουν, ο πρωθυπουργός τους να τρέμει σαν το ψάρι από το σοκ.. 
Το Παρίσι χτυπήθηκε... Το Παρίσι!! χτυπήθηκε... 
Σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του πλανήτη να συνέβαινε θα το δεχόμουν. 
Με δυσκολία, αλλά θα το δεχόμουν. Ακόμα κι εδώ.
Όμως, στο Παρίσι, μου είναι αδύνατο να το δεχτώ. Είναι η πόλη του μυαλού μου. Εκεί ταξιδεύει όταν θέλει να ηρεμήσει. Περιδιαβαίνει στους κήπους, τις γέφυρες, τα μουσεία. Χάνεται στα νερά του Σηκουάνα, εκστασιάζεται στις σοφίτες των ζωγράφων της Μονμάρτης, στα καφέ που έγραψαν τα αθάνατά τους αγαπημένοι, λατρεμένοι συγγραφείς, αναπνέει τον αέρα της παριζιάνικης εξοχής, της belle epoque, γεμίζει τις αισθήσεις, οραματίζεται, εμπνέεται, απογειώνεται, γαληνεύει... 
Το Παρίσι, το Παρίσι μου χτυπήθηκε... 
Και η σκέψη μου αρνείται να το δεχτεί...


~ e.p

Οι προσκλήσεις έχουν πλέον φύγει κι εγώ ακόμα γράφω, σβήνω, διορθώνω..