19.4.18

Ο Jonathan Jackson στην 5η Έκθεση Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου


Πόσο παράδοξο είναι ένας νέος, ωραίος, πλούσιος και διάσημος ηθοποιός του Hollywood και βραβευμένος μουσικός να απορρίψει τις προτεσταντικές καταβολές του και να στραφεί στην Ορθοδοξία; Τι τον έκανε να πάρει αυτή την απόφαση; Πώς έγινε το κλικ; Πώς κατάλαβε μέσα του ότι μετά από όλα αυτά τα χρόνια μελέτης και έρευνας που αφιέρωσε σε ιστορικές, θεολογικές κτλ. αναφορές στις διακλαδώσεις του Χριστιανισμού, στο ταξίδι του προς τα πίσω, προς τα έσω, πώς συντελέστηκε η αποκάλυψη; Πώς συνειδητοποίησε πως είχε φτάσει στην αλήθεια;

Αυτά και άλλα πολλά θα μπορούσα να είχα ρωτήσει τον διάσημο καλεσμένο της 5ης Έκθεσης Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου που διοργανώθηκε στο ξενοδοχείο Caravel το σαββατοκύριακο που μας πέρασε, στο κέντρο της Αθήνας. Ο Jonathan Jackson ήταν γλυκύτατος με πραότητα και μακροθυμία που θύμιζε μοναχούς του Αγίου Όρους, του "Όρους της Σιωπής" (τι καταπληκτική φράση!!).

Τον είχα παρακολουθήσει στο YouTube σε κάποιο βιντεάκι που κατέθετε την μαρτυρία του ως προς την Ορθοδοξία. Τον είχα παρακολουθήσει με προσοχή. Η σεμνότητά του, οι αργές απαντήσεις που έδινε με είχαν κερδίσει. Δεν ήξερα ότι θα βρισκόταν στην έκθεση. Όταν πρωτομπήκα στην αίθουσα δεν τον είδα καν! Έβλεπα τον συνωστισμό, μπορούσα να καταλάβω ότι κάτι συνέβαινε εκεί, με όλο αυτό το νεανικό ακροατήριο, αλλά εμένα το μυαλό μου ήταν προσανατολισμένο στην έκθεση. Ήθελα να δω, να πάρω πιθανώς, και να φύγω. Ο χρόνος ήταν περιορισμένος.

Εκεί, χαμένη στις ολοκαίνουργες εκδόσεις και τους αμέτρητους τίτλους των βιβλίων, τον άκουσα να μιλάει. Άκουσα τη φωνή του στο μικρόφωνο, μια γλυκειά, σεμνή φωνή που μιλούσε για τον Χριστό, για την προσευχή, για την πίστη. Απαντούσε με προθυμία όποιον τον ρωτούσε, οι απαντήσεις του ήταν γεμάτες συναίσθημα, εγγύτητα, αμεσότητα. Μιλούσε στις καρδιές των ακροατών του, ένα ακροατήριο γεμάτο από παιδιά γυμνασίου ή λυκείου. Παιδιά που είχαν έρθει από σχολεία να επισκεφτούν την έκθεση και να τον ακούσουν.

Και τον άκουγαν με αφοσίωση που ξάφνιαζε και προσήλωση ζηλευτή, ρουφούσαν όλα τα μηνύματα και ρωτούσαν ασταμάτητα, πόσες ερωτήσεις! Ήθελαν να τα μάθουν όλα κι εκείνος δεν χαλούσε χατήρι σε κανέναν.

Στη συνέχεια έμαθα ότι την Παρασκευή, που ήταν τα εγκαίνια της έκθεσης, ο Jonathan μίλησε για το βιβλίο που έγραψε και που είναι μεταφρασμένο πλέον και στα ελληνικά, με τίτλο "Το Μυστήριο της Τέχνης", εκδόσεις Εν πλω. Προλογίζει ο Γέροντας Εφραίμ. Κρίμα που το έχασα! Πήρα ωστόσο ένα αντίτυπο (χωρίς υπογραφή, τι σκεφτόμουν;;;!!!!;;;) και σκοπεύω να επανέλθω με εντυπώσεις μόλις ολοκληρώσω τη μελέτη του.

Κλείνω με μια μικρή γεύση της γραφής του, όπως την διαβάζω από το οπισθόφυλλο:

"Ο Θεός είναι ο τέλειος Καλλιτέχνης και Ποιητής. Η κατ' εικόνα δική Του δημιουργία μας σημαίνει ότι είμαστε κι εμείς καλλιτέχνες και ποιητές, ανεξάρτητα από την κλήση μας στη ζωή. Είμαστε καλλιτέχνες με τον τρόπο που αγαπάμε. Είμαστε ποιητές με τον τρόπο που προσευχόμαστε. Ο καθένας είναι ένας καλλιτέχνης. Συνδεόμαστε κοσμικά ο ένας με τον άλλο μέσα από ένα θείο υφαντό που εκτείνεται κατά μήκος των αιώνων. 
Ο καθένας μας έχει ένα ρόλο μοναδικό να επιτελέσει στη συμφωνία της δημιουργίας του Θεού."

28.2.18

'Van Gogh Alive' στο Μέγαρο Μουσικής

Ο λόγος που πήγα ήταν επειδή λατρεύω τον Van Gogh. Εννοώ, τον λατρεύω. Έχω ασχοληθεί άπειρες ώρες με το έργο του, τη ζωή του, έχω διαβάσει όλες τις βιογραφίες που έχουν γραφτεί για αυτόν, έχω διαβάσει την αλληλογραφία του με τον αδελφό του, ο οποίος και τον συντηρούσε μέχρι τα στερνά, το ταξιδιωτικό ημερολόγιο του Γκωγκέν Νόα Νόα, στο οποίο κάνει αναφορά στη διαμονή του στο Κίτρινο Σπίτι της Αρλ, όπου ο Βαν Γκογκ ήλπιζε πως θα το μετέτρεπε σε εικαστικό κέντρο για να φιλοξενούνται οι ζωγράφοι που θα ήθελαν να αιχμαλωτήσουν, όπως κι εκείνος, το φως της νότιας Γαλλίας. Είδα τους πίνακές του στο μουσείο του Λονδίνου, στο Λούβρο, ταξίδεψα ως την Ολλανδία για να δω από κοντά το σύνολο του έργου του του στο μουσείο του Άμστερναμ, το Rijksmusevm, που είναι αφιερωμένο εξ' ολοκλήρου σε αυτόν.

Όταν λοιπόν ο Νίκος μου πρότεινε να πάμε να δούμε την έκθεση που έχουν διοργανώσει στο Μέγαρο Μουσικής, ήμουν διστακτική. Όχι επειδή θα έβλεπα ξανά Van Gogh, απεναντίας. Όμως, .. δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω. Μου φαινόταν κάλπικο μια ολόκληρη ομάδα καλλιτεχνών, διοργανωτών, τεχνικών κ.ο.κ. να βασίζουν το αποτέλεσμα του έργου τους (σε επέκταση την επιτυχία της έκθεσης) στο έργο κάποιου άλλου. Μου φαινόταν σαν 'μαρκετίστικη' εκμετάλλευση, έστω, χρησιμοποίηση, του ίδιου του ζωγράφου.

Πήγα, ωστόσο, περισσότερο από περιέργεια. Ναι, ήταν εντυπωσιακό και ναι, σε έβαζε κατά κάποιον τρόπο μέσα στην τέχνη του. Όχι όμως έτσι όπως ήθελα. Όχι αγνά. Σε αποστόμωναν τα εφέ και οι εντυπωσιασμοί έτσι ακριβώς όπως καθηλώνουν τα εφέ του Χόλιγουντ στις αμερικανικές ταινίες και από ουσία μηδέν. Έμεινε στην επιφάνεια, στο θεαθήναι. Και σε καθήλωνε με τα τεράστια πάνελς, τις ημι-3D αποτυπώσεις και τις γρήγορες εναλλαγές που δεν σου άφηναν χρόνο και χώρο να σκεφτείς, να νιώσεις, να επικοινωνήσεις με τον δημιουργό.

Κάπως έτσι μου φάνηκε. Αυτό που για μένα άξιζε στην έκθεση ήταν ο ίδιος. Η αξία του. Η διαχρονικότητά του. Για μένα, πάλι, δεν χρειάζονταν όλες αυτές οι γαρνιτούρες. Ο Βαν Γκογκ είναι ο Βαν Γκογκ, αυτό φτάνει από μόνο του και περισσεύει. Τον έβλεπα στα μεγάλα ταμπλώ, το βλέμμα του που έκρυβε τον ψυχισμό του όλο, το παράπονό του πως δεν τον καταλάβαινε κανείς - πώς θα μπορούσε άλλωστε να τον καταλάβει η εποχή του, αφού δεν ανήκε σε αυτήν, την είχε ξεπεράσει; - τα λόγια του τα γεμάτα λυρισμό και ποίηση που ξεχείλιζαν από αγάπη για τη ζωή και τους ανθρώπους και φυσικά τους πίνακές του που λάτρεψα και με παρακίνησαν να τα δω και πάλι, για άλλη μία φορά, από κοντά.

Ωστόσο, οι πίνακες έλειπαν. Στη θέση τους υπήρχε η εικονική πραγματικότητα, μια ψηφιακή εκδοχή τους. Αισθάνθηκα ότι γινόταν θύμα και πάλι από μια εποχή και πάλι αλλότρια, και πάλι αδύναμη να τον καταλάβει... Αισθάνθηκα το παράπονο στο βλέμμα του πιο επίκαιρο από ποτέ και λυπήθηκα αφάνταστα...

Έφυγα από την έκθεση με θλίψη. Πήγα να δω τον λατρεμένο μου Vincent σε μία έκθεση αφιερωμένη σε αυτόν και ο ίδιος, η ουσία του, η παρακαταθήκη του, η ποίησή του, η ομορφιά του, όλα απουσίαζαν. Πώς εξάλλου να στριμώξεις σε δύο διαστάσεις και μερικά εφέ ένα αστέρι; Η θέση του είναι στον ουρανό.

Αλλά, τουλάχιστον είδα κάτι. Κόσμο πολύ που πήγαν εκεί να δουν Βαν Γκογκ, αντί για οτιδήποτε άλλο. Έστω κι έτσι, ψηφιακά. Κάτι είναι κι αυτό. Μια εισαγωγή. Μια υποψία. Τουλάχιστον ξαναθυμήθηκα γιατί τον λατρεύω. Γιατί ταξίδεψα στη μισή Ευρώπη για να τον βρω. Ο κόσμος μένει στο δυνατό φως του ήλιου που αποτυπώνεται με επιτυχία, τα έργα του όμως έχουν κι ένα άλλο φως διαφορετικό, το φως της ψυχής του, την απίστευτη διαύγεια της τέχνης του ακόμα κι όταν το μυαλό του είχε σκοτεινιάσει, ιδίως τότε. Γιατί τότε κάνουν στην άκρη όλα τα εφέ και η παραζάλη των αισθήσεων και της τεχνολογίας και μένει η ουσία. Τότε βλέπεις τον πραγματικό καλλιτέχνη, το πραγματικό έργο και τότε εξηγούνται, αποκαλύπτονται μάλλον, όλα.





















26.2.18

Τα πρώτα μου πλεκτά δημιουργήματα

Χθες βράδυ τελείωσα το δεύτερό μου κασκόλ. Διαφορετική πλέξη αυτή τη φορά, διαφορετικό χρώμα. Το κίτρινο έφυγε κατευθείαν στο εξωτερικό, ίσα που πρόλαβα να βγάλω μερικές φωτογραφίες. Το πορτοκαλί έχει αρκετούς μνηστήρες, ο άντρας μου, τα παιδιά μου, εγώ.. Η πλέξη λέγεται γαλλικό λάστιχο, πόντος άριχτος, ρίξιμο, πόντος διπλός πλεκτός. Μόνο ανάποδη. Βελόνες Νο 8. Νήμα Άλπεις. Μάλλον το χρώμα του πρέπει να λέγεται έτσι, καλύτερα τα χρώματα, πληθυντικός, τα πορτοκαλο-πορφυρο-καφετιά γήινα, ζεστά χρώματα των Άλπεων του φθινοπώρου. Καινούργιο λεξιλόγιο, εξωτικό. Η διαδικασία, μύηση. Το αποτέλεσμα, μαγεία. Για μένα, που μόλις ξεκίνησα..



 Φιλώ σας,

Εύα 💗