20.10.14

άνθρωποι και ποντίκια

evapsarrou.blogspot.com

Είναι που ορισμένοι ζουν μέσα από τις ζωές των άλλων. Πίσω από μόνιμα κατεβασμένες γρίλιες, ποντίκια που θρέφονται από το σκοτάδι παρακολουθούν νύχτα και μέρα τα πάντα, ποιος πέρασε, ποιος έβηξε, ποιος έκανε φασαρία. Η χαρά τους όλη αν συμβεί κάτι, ώστε να μπορούν να παρέμβουν. Ύπουλα, μνησίκακα, εκδικητικά. Και τι γιορτή μεγάλη όταν γίνεται αυτό. Γιατί μόνο τότε υπάρχει ελπίδα κάποιος να ασχοληθεί μαζί τους. Δείξε τους αδιαφορία και τους κατέστρεψες.

4.10.14

Μεσάνυχτα στο Παρίσι

Έπεσα τυχαία πάνω της, καθώς άλλαζα τα κανάλια της τηλεόρασης λίγο πριν πέσω για ύπνο. Δεν χρειάστηκε να περάσει ώρα για να καταλάβω ότι είχε την υπογραφή του και παρά την κούρασή μου, κάθισα και ξενύχτησα για να τη δω, έστω και μισή, αφού ένα μεγάλο μέρος της είχε ήδη προβληθεί. Αυτό που πρόλαβα να παρακολουθήσω, ωστόσο, έφτασε να πάρω μια γερή δόση από πράγματα που σκιρτώ και μόνο στη σκέψη τους. Παρίσι: η πιο όμορφη πόλη. Belle Epoque: η πιο όμορφη εποχή. Συγγραφείς, ζωγράφοι και ρεύματα που μόλις διαμορφώνονταν, τάσεις, κινήματα, επανάσταση. 

Μια επανάσταση όμως ειρηνική, που μοναδικό της όπλο και μπροστάρη έχει την Τέχνη και τον πυρετώδικο ενθουσιασμό της δημιουργίας και των δημιουργών της.  


Ο Γούντι Άλεν ζωγράφισε, όπως έκαναν ακατάπαυστα στη ζωή τους και οι ήρωες που επέλεξε να αποθανατίσει. Όπως κάθε φορά, άλλωστε, σε κάθε ταινία του που έχω απολαύσει, παρά το γεγονός ότι σε πολύ κόσμο δεν γεννά και τα καλύτερα συναισθήματα. Γιατί τον Γούντι Άλεν ή τον αγαπάς ή τον μισείς. Είναι πολύ εκκεντρικός για να μπορεί να υπάρξει μια μέση οδός σε τέτοιου είδους εκτιμήσεις, πολύ ιδιαίτερος. Οι σκέψεις του είναι εκτός δικτύου, out of the box, που λένε και οι συντοπίτες του. Είναι φορές που η διάθεσή του να σκάψει κάτω από την επιφάνεια, στην ψυχοσύνθεση του σύγχρονου ανθρώπου, εκεί που στοιβάζονται όλα τα ψυχωτικά συμπλέγματα, ανασφάλειες και ταμπού που έχει αποκτήσει με τα χρόνια και τον έχουν μετατρέψει σε έρμαιο του εαυτού του, ξενίζει και ενοχλεί. Η ματιά του πονά σαν ακίδα που έχει καρφωθεί στην άκρη του δακτύλου και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις μέχρι να αναμετρηθείς μαζί της. 


Ο ίδιος, άλλωστε, είναι ο πρώτος που δεν επιτρέπει μέσες αντιδράσεις σε ό,τι τον αφορά. Το μαρτυρούν τα δημιουργήματά του και η σκέψη του. Ακόμα-ακόμα, και ο τρόπος που φιλτράρει την πραγματικότητα, η οποία δεν ξέρει από πού να κρυφτεί. Όπως ακριβώς και οι άνθρωποι, που επίσης δεν ξέρουν από πού να κρυφτούν, όταν έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με αυτό τον δημιουργό και ξεγυμνώνονται μπροστά του σαν υπνωτισμένοι. Σχεδόν, οικειοθελώς! Η σκηνοθεσία, η υποκριτική άποψη των ηθοποιών, η φωτογραφία με αυτό το απίθανο θερμό κροκί φίλτρο που συνηθίζει να χρησιμοποιεί, όλα είχαν τη σφραγίδα του. Όσο για το σενάριο, επίσης του ίδιου, ευφυές, ευφάνταστο, εύστοχο όσο λίγα. Νομίζω ότι ήταν και υποψήφιο για Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου. Δεν ξέρω αν τελικά το κέρδισε, μπορώ να πω όμως ότι ακόμα και αν δεν έγινε κάτι τέτοιο, σίγουρα το άξιζε και με το παραπάνω. Οι ηθοποιοί πίνουν νερό στο όνομά του, παρακαλούν για έναν ρόλο, ακόμα και αν πρόκεται για τόσο μικρό που μόνο με μικροσκόπιο μπορείς να δεις. Μεγάλοι αστέρες και δεν τους νοιάζει αν θα μπουν πρώτοι, δεύτεροι ή εκατοστοί πάνω στη μαρκίζα! Αρκεί να συμπεριληφθούν στο καστ μιας ταινίας του.



Eva Psarrou ~ https://www.flickr.com/photos/eveps/15240667238/

Στην ταινία του Μεσάνυχτα στο Παρίσι τους έκανε το χατήρι. Δεν ξέρω κι εγώ πόσοι παρέλασαν μπροστά από την κάμερα, όλοι τους γνωστοί και καταξιωμένοι. Και κάθε ένας από αυτούς να υποδύεται μια καλλιτεχνική διασημότητα που έχει χαράξει το όνομά της στην ιστορία της τέχνης με χρυσά γράμματα. Συγγραφείς και ποιητές, όπως ο Χέμινγουεϊ, ο Τ.Σ. Έλιοτ που αναζητούσαν την έμπνευση μέσα σε μια πόλη που είχε γεννηθεί θαρρείς για κείνους. Ή από εκείνους, ποιος μπορεί να πει... Ο ένας διάσημος ηθοποιός μετά τον άλλον υποδύονταν επίσης τον έναν διάσημο καλλιτέχνη μετά τον άλλο, ένας πραγματικός βομβαρδισμός μηνυμάτων, υπονοούμενων, μέσα στον αναβρασμό όλων αυτών των κινημάτων που γεννήθηκαν εκεί, μέσα στις παγωμένες σοφίτες της Μονμάρτης, τους δρόμους, τα καφέ και τα καμπαρέ που γέμιζαν από θαμώνες που αιφνιδίαζαν με την παρουσία τους, το ίδιο σχεδόν όσο και τον ήρωα της ταινίας.  Ζωγράφοι που έχω λατρέψει, ποιον να πρωτοπώ, Μονέ, Βαν Γκογκ, Γκωγκέν, Ντεγκά, Λωτρέκ, Ματίς, ήταν όλοι τους εκεί. Συγγραφείς που μου άνοιξαν ορίζοντες, μαγεύοντάς με με τη μαγεία, την έμπνευση της πένας τους, όλα μέσα σε ένα περιβάλλον έτοιμο να εκραγεί από την έξαψη της δημιουργικότητας και την ανακάλυψη του νέου, του πρωτοπόρου, του avant guard. Μπελ Επόκ, κινήματα εικαστικά που μοιάζαν με επανάσταση, που στην ψυχή των μποέμ καλλιτεχνών του Παρισιού, ήταν ήδη επανάσταση, πολύ προτού να επιβεβαιωθεί και επίσημα από την ιστορία. 

Η ταινία τα είχε όλα. Τουλάχιστον, όλα όσα εγώ προσωπικά ήθελα να απολαύσω. Είναι προφανώς αυτό που λένε, πως στην ουσία, αυτά που απομυζούμε από τα ερεθίσματα που έρχονται στον δρόμο μας, είτε πρόκειται για ανθρώπους, είτε για τις διάφορες μορφές τέχνης και πολιτισμού, αλλά ακόμα και για την ίδια τη ζωή και πραγματικότητα που μας περιβάλλει, δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από αυτά που εμείς οι ίδιοι θαυμάζουμε, εκτιμούμε, αναζητούμε, επιζητούμε ή έχουμε ανάγκη. Συνειδητά τε και υποσυνείδητα.