29.6.13

Πώς παίρνεις πίσω την πόλη σου με χρώματα

Φαντάζομαι την πόλη μου να ξυπνάει ένα πρωινό με έναν δήμαρχο καλλιτέχνη στο τιμόνι. Έναν ζωγράφο που να ξέρει από χρώματα, τις αποχρώσεις, τους συνδυασμούς μεταξύ τους, τις σημασίες τους. Να ξέρει ότι το πορτοκαλί φτιάχνει τη διάθεση ως δια μαγείας κάνοντάς σε να νιώθεις σα στο σπίτι σου ακόμα και στο πιο αφιλόξενο περιβάλλον και ότι το γαλάζιο μπορεί να σε ταξιδέψει νοητά αναζωογονώντας ψυχή και μυαλό. Ότι επίσης το κίτρινο, συνώνυμο της πνευματικότητας, μπορεί να σε προτρέψει αγώγγιστα σε δημιουργία και δραστηριοποίηση με τον ίδιο τρόπο που μπορεί και το απαλό πράσινο να κατευνάσει τις εντάσεις και τις οξύτητες. Και τέλος, να ξέρει ότι το γκρι, όπου και να το δεις τριγύρω, στα κτήρια, την άσφαλτο, το πεζοδρόμια και όπου αλλού έχει κυριαρχήσει σα μια μαύρη τρύπα που έχει καταπιεί όλα τα υπόλοιπα χρώματα, προβάλλει σαν προτζέκτορας το απρόσωπο, το αποπνικτικό και το ανέλπιδο πάνω στις τσιμεντένιες επιφάνειες και μέσα στις καρδιές των ανθρώπων.


Ο ζωγράφος δήμαρχος της πόλης μου όμως το γνωρίζει αυτό καλά και γι' αυτό το απορρίπτει ως μη χρώμα καταρρίπτοντάς το μια και καλή από την πρωτοκαθεδρία του. Συγκεντρώνει όλο τον εικαστικό κόσμο της πόλης και τους κάνει μια ομάδα που στόχος της είναι να μεταμορφώσει από κοινού το πρόσωπο της Αθήνας, να της αλλάξει αισθητική, φιλοσοφία και άποψη για τη ζωή της πόλης, τον πολιτισμό και τον πολίτη, με τον οποίο η σχέση της πλέον γίνεται διαδραστική: εκείνη για τους πολίτες της και οι πολίτες για κείνη σε μια σχέση αφοσίωσης, πίστης και αγάπης. Μια σχέση αλληλοπροστασίας.
Μέσα σε λίγους μήνες κανένα γκρίζο δεν έχει απομείνει που να θυμίζει τις προγενέστερες απογοητευτικά κακόκουστες και αποκρουστικές για τους ανθρώπους της αισθητικές επιλογές που είχαν επικρατήσει. Ο φοίνικας έχει ξαναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του και σαρώνει με χρώμα τα πάντα. Χρώμα ζεστό, πλούσιο, μεστό, χρώμα γεμάτο από το φως του ήλιου του ηλιάτορα: γαλάζιο του αττικού ουρανού και ασημοπράσινο της ιερής ελιάς, κεραμιδί της άργιλης γης και πάλευκο των πεντελικών μαρμάρων της και χώρος, χώρος πολύς και ελεύθερος που φτάνει για όλους, και πνιγμένος από τα καταπράσινα από φουντωτά και περήφανα δέντρα πάρκα που δε χορταίνουν οι Αθηναίοι να απολαμβάνουν ως αναπόσπαστο και ζωτικό μέρος της καθημερινής τους ζωής μέσα στην πόλη.
Όλοι δουλεύουν πυρετωδώς, όλοι πασκίζουν για αυτήν αντιμετωπίζοντάς την ως ζωντανό οργανισμό, συμπαρασύροντας ο ένας τον άλλον σε μια γιορτή αναγέννησης και ομορφιάς. Οι καλλιτεχνικές παρεμβάσεις διαδέχονται η μία την άλλη και συναγωνίζονται σε έμπνευση και ομορφιά τις ασύλληπτες μέχρι και σήμερα σφαίρες τελειότητας που είχαμε αγγίξει κάποτε. Φοιτητές και σπουδαστές των σχολών καλών τεχνών χέρι χέρι με τους φτασμένους αθηναίους δημιουργούς παίρνουν χρώματα και πινέλα και δημιουργούν πάνω σε νέες επιφάνειες πνέοντας ζωή στο νέο πρόσωπο της πρωτεύουσας. Τα τσιμεντένια κτήρια γίνονται ο νέος τους καμβάς και πάνω σε αυτά η τέχνη ανακαλύπτεται ξανά από την αρχή και διεισδύει στη συνείδηση των πολιτών.
Οι Αθηναίοι ζουν πλέον σε μια πόλη μπιμπελό, με την τέχνη να δίνει το δυναμικό της παρόν σε κάθε γωνιά, από την πιο κεντρική μέχρι την πιο υποβαθμισμένη. Ξέρουν ότι η ομορφιά θα φέρει μαζί της την ηρεμία, την ασφάλεια, την ευημερία. Ξέρουν ότι τώρα ζουν σε μια πόλη εφάμιλλη με όσες θαύμαζαν και ενδόμυχα ζήλευαν ως τα τώρα, Παρίσι, Ρώμη, Νέα Υόρκη.. Όχι πια. Τώρα μπορούν να αισθάνονται περήφανοι για την πόλη που θα παραδώσουν στα παιδιά τους, μια πόλη που γίνεται και πάλι πηγή έμπνευσης για τους ποιητές, τους λογοτέχνες, τους τροβαδούρους και φωτογράφους της.
Ο υπόλοιπος κόσμος αρχίζει να μαθαίνει το νέο, η Αθήνα ζει τη δική της Αναγέννηση τη βασισμένη στον πολιτισμό που είχαμε ξεχάσει, μια Αναγέννηση που ήταν δικό της παιδί αυθής εξαρχής, τούτης εδώ της πόλης, και όπως πυροδότησε τότε εκείνην της Ευρώπης πυροδοτεί τώρα την δική της και γίνεται και πάλι το πολυτιμότερο πετράδι στο στέμμα της όπως της αξίζει, όπως της άξιζε από πάντα...

Θα μου πείτε πως ονειροβατώ και πως πιο πιθανό είναι να δω δυο φεγγάρια στον ουρανό παρά έναν δήμαρχο που να θέλει να αλλάξει τόσο δραστικά το πρόσωπο της πόλης του.
Πριν από έναν χρόνο περίπου έπεσα πάνω σε μια φωτογραφία. Όμορφα κτήρια με προσεγμένες προσόψεις πλαισίωναν τις καταπράσινες όχθες ενός ποταμού που διέσχιζε φιδίσιος αυτή την πόλη μέχρι εκεί που χανόταν το μάτι. Περίτεχνες γέφυρες ανα διαστήματα ολοκλήρωναν το πανέμορφο στα μάτια μου αστικό τοπίο. Όταν άρχισα να διαβάζω το κείμενο που την συνόδευε μου κόπηκε η ανάσα. Η πόλη που θαύμαζα στη φωτογραφία ήταν.... τα Τίρανα!
Μάλιστα. Τα Τίρανα της Αλβανίας. Η οργή μου ήταν τόσο μεγάλη που μου χάλασε η διάθεση για το υπόλοιπο της μέρας μου. Δεν μπορούσα να το χωνέψω. Εγώ να ζω στην Αθήνα του Χρυσού Αιώνα, του Σωκράτη και του Πλάτωνα, την κοιτίδα της δημοκρατίας παγκοσμίως! της τέχνης και του πολιτισμού στο χάλι που μου την έχουν κάνει μια στρατιά από εγκληματικά άσχετους με κάθε αίσθηση ομορφιάς, μέτρου και αρμονίας και την ίδια στιγμή τα Τίρανα να έχουν μεταμορφωθεί σε ένα κομψοτέχνημα;;;; Ήταν αδύνατο να το δεχτώ, αδύνατο όμως. Πώς τα κατάφεραν εκείνοι κι εμείς όχι; Πώς;;;;;
Η απάντηση μου ήρθε στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο πριν από λίγες μέρες. Συνήθως, όταν δεν μπορούμε να βρούμε απάντηση στο ερώτημά μας, το πιθανότερο που μπορεί να συμβαίνει είναι ότι θέτουμε λάθος ερώτημα. Όλο αυτό το διάστημα που μου είχε κολλήσει στο μυαλό αυτή η παραδοξότητα στην σύγχρονη εξέλιξη των δύο διαμετρικά αντίθετων πόλεων, ρωτούσα τον εαυτό μου πώς τα είχαν καταφέρει, ενώ θα έπρεπε να ρωτάω πώς έφτασαν να το θέλουν τόσο ώστε να κατορθώσουν τη μεταμόρφωση.
Γιατί αυτό είχε συμβεί με τα Τίρανα: Άρχισαν να θέλουν την αλλαγή και όταν θέλεις κάτι πραγματικά, έχεις ήδη φτάσει στα μισά της διαδρομής. Άρχισαν να θέλουν να ζήσουν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον που δεν θα ήταν μίζερο, άχρωμο, αποπνικτικό, που θα είχε χρώμα, τέχνη, αισθητική. Και όπως γίνεται σε κάθε μεγάλο βήμα της ανθρωπότητας, μπροστάρης και εμπνευστής αυτού του νέου στόχου για την πόλη των Τιράνων ήταν ένας άνθρωπος με όραμα, ο δήμαρχός της. Ένας καλλιτέχνης στην ψυχή που αποφάσισε να διώξει την ασχήμια από την πόλη του. Έτσι απλά και μεγαλειώδη. Μια ομιλία του στη Θεσσαλονίκη που ήταν καλεσμένος ήταν αρκετή για να δώσει απάντηση στα αναπάντητα ερωτήματά μου. Ο τρόπος είναι κάτι το δευτερεύον, αφού το μόνο που χρειάζεται τελικά να υπάρχει για να θέσει τα γρανάζια σε λειτουργία είναι η θέληση ενός ανθρώπου που θα βρεθεί στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή για να τα κάνει όλα δυνατά.

Άντε, και στα δικά μας...

2 σχόλια:

DIMI είπε...

Λίγο χρώμα είναι απαραίτητο στήν ζωή μας Εύα!!Παρακολούθησα μέ πολύ ενδιαφέρον τήν ομιλία τού Δημάρχου τών Τιράνων!Μπράβο του!!!Νομίζω έβαλε ένα μικρό λιθαράκι στήν μεταμόρφωση τής πόλης του!Εμείς εδώ,στόν Δήμο Σαρωνικού,είμαστε περίφανοι καί γιά τόν δικό μας Δήμαρχο!!Τό έργο του ,μεγάλο!!!Καλή εβδομάδα!!!Φιλάκια!!!

Eva Psarrou είπε...

@ DIMI
Εύχομαι και ελπίζω να ακολουθήσουν και άλλοι δήμαρχοι το παράδειγμα του δικού σας και του δημάρχου των Τιράνων, λίγο όραμα χρειάζεται και η απόφαση. Καλή εβδομάδα Dimi μου!